Η Παγκόσμια Ημέρα για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης γιορτάζεται στις 17 Ιουνίου κάθε χρόνο από το 1994 για να υπενθυμίζει την κατεπείγουσα ανάγκη να ελεγχθεί η διαδικασία υποβάθμισης της γης που καταλήγει σε απώλεια της βιολογικής και οικονομικής παραγωγικότητας της, στην ερημοποίηση, συνήθως μη αναστρέψιμης κατάστασης σε ξηροθερμικές βιοκλιματικά περιοχές. Η μη παραγωγική γη παύει να προσφέρει τις υπηρεσίες της στον άνθρωπο: προστασία από την κλιματική αλλαγή, διατήρηση των αποθεμάτων νερού, κύκλων ζωής θρεπτικών στοιχείων, βιοποικιλότητας, φυτοκάλυψης· με άλλα λόγια, εξασφάλιση τροφής, νερού, πρώτων υλών, ζωοτροφών, ενέργειας και ευημερίας στα δισεκατομμύρια όντων που κατοικούν και θα κατοικούν τη γη ανεξαρτήτως είδους, φύλου, ηλικίας, οικονομικής κατάστασης και κοινωνικής τάξης.
Φυσικοί παράγοντες (αντίξοες κλιματικές συνθήκες και μεταβολές) και διαδικασίες (υδατική και αιολική διάβρωση) συμβάλλουν καθοριστικά στη διαδικασία υποβάθμισης της γης αλλά στο Ανθρωπόκαινο οι ανθρώπινες δραστηριότητες κατέχουν τον πρωταγωνιστικό ρόλο, από το τοπικό μέχρι το παγκόσμιο επίπεδο, τόσο στην πρόκληση όσο και στην αντιμετώπιση της. Για να καλυφθεί η αυξανόμενη και μεταβαλλόμενη ζήτηση για πρώτες ύλες, τροφή, ενέργεια, κατοικία, τεχνολογικά προϊόντα, μετακινήσεις και αναψυχή, μεταξύ άλλων, εφαρμόζονται διαχειριστικές πρακτικές που άμεσα ή έμμεσα αφαιρούν από την πεπερασμένη παραγωγική γη τους πόρους της (έδαφος, νερό, φυτοκάλυψη) σε μεγάλη έκταση, με μεγάλη ένταση και με ταχύτατους ρυθμούς που δεν επιτρέπουν την έγκαιρη και επαρκή αντικατάσταση και αναπλήρωση τους. Οι τεχνολογικές εξελίξεις στην παραγωγή, κατανάλωση και διανομή αγαθών και υπηρεσιών καθώς και ο ανταγωνισμός μεταξύ χρήσεων συντελούν καθοριστικά στη μεγέθυνση της χωρικής εμβέλειας και των πιέσεων στη γη και στους πόρους της και, κατά συνέπεια, στην επιτάχυνση της υποβάθμισης της.
Οι βαθύτερες γενεσιουργές αιτίες της υπερ-εκμετάλλευσης των έγγειων πόρων είναι οι συνήθεις ύποπτοι: η άπληστη επιδίωξη (υπερ)κέρδους, η άκριτη υιοθέτηση υπερ-καταναλωτικών προτύπων, η άνιση κατανομή δύναμης και εξουσίας. Όμως, στη μετά το 1970 εποχή της παγκοσμιοποίησης, θεσμικοί και πολιτικοί παράγοντες, και πιο συγκεκριμένα το καθεστώς διακυβέρνησης από το τοπικό μέχρι το παγκόσμιο επίπεδο, παίζουν κυρίαρχο, κομβικό και ρυθμιστικό ρόλο στη σχέση περιβάλλοντος/γης με την οικονομία και την κοινωνία όπως, π.χ. οι διεθνείς οικονομικές και περιβαλλοντικές συμβάσεις (GATT(2), Κλίμα, Βιοποικιλότητα, Ερημοποίηση), οι εθνικές τομεακές και περιβαλλοντικές πολιτικές, ο χωροταξικός σχεδιασμός, το ιδιοκτησιακό καθεστώς, τα δικαιώματα σε γη και πόρους, οι διοικητικές δομές και διαδικασίες.
Τούτο το σημείωμα εξετάζει πως το καθεστώς διακυβέρνησης(3) επηρεάζει τη διαχείριση της γης και καθορίζει τις περιβαλλοντικές συνέπειες της, την ερημοποίηση, μεταφέροντας την προκλητική ιστορία των περιπλανώμενων και των εγκατεστημένων ληστών που επινόησε ο γνωστός οικονομολόγος Mancur Olson (1993, 1998).
Η ιστορία του Olson σε ελεύθερη απόδοση
Στο τελευταίο του βιβλίο «Εξουσία και ευημερία. Υπερβαίνοντας τις κομμουνιστικές και τις καπιταλιστικές δικτατορίες», ο Mancur Olson, ανάλυσε τις οικονομικές συνέπειες τριών καθεστώτων διακυβέρνησης, της αναρχίας, της τυραννίας και της δημοκρατίας επινοώντας την ιστορία των περιπλανώμενων και των εγκατεστημένων ληστών(4). Στα πολύ παλιά χρόνια, σπείρες περιπλανώμενων ληστών επέδραμαν και έπαιρναν τα πάντα από μια περιοχή, γιατί αν δεν τα έπαιρνε μια σπείρα θα τα έπαιρνε η επόμενη, αφήνοντας πίσω τους την απόλυτη καταστροφή. Οι χωρικοί έπρεπε να αρχίσουν από το μηδέν την παραγωγή των προϊόντων τους. Σ’ αυτό το καθεστώς αναρχίας, δηλαδή ασυντόνιστης και ανταγωνιστικής κλοπής πόρων ελεύθερη πρόσβασης (άρα απουσίας θεσμών προστασίας τους), οι μεν ληστές δεν είχαν κανένα κίνητρο να προστατέψουν τη γη και ό,τι ήταν πάνω της, οι δε χωρικοί δεν είχαν κίνητρο να επενδύσουν, να παράγουν ή να σωρεύσουν οτιδήποτε. Σε τελική ανάλυση κανείς δεν ήταν κερδισμένος.
Όταν κάποια σπείρα περιπλανώμενων ληστών αποφάσισε να εγκατασταθεί σε μια περιοχή, οι περιπλανώμενοι έγιναν εγκατεστημένοι ληστές. Ο αρχηγός της αυτό-ανακηρύχθηκε μοναδικός άρχοντας (τύραννος/μονάρχης). Υπό καθεστώς τυραννίας, η κλοπή των υπηκόων, με την παλιά μορφή της, δεν είχε νόημα αλλά εξορθολογίσθηκε και έλαβε τη μορφή της φορολογίας. Ο μονάρχης δεν είχε συμφέρον να φορολογεί τη σοδειά με φόρο 100% (πλήρης κλοπή) αλλά με μικρότερο συντελεστή ώστε να είναι εφικτή η παραγωγή, άρα και η φορολόγηση της, μελλοντικά. Εδώ ο Olson κάνει μια σημαντική διάκριση με βάση την αναμενόμενη διάρκεια της τυραννίας/μοναρχίας. Ένας τύραννος/μονάρχης με βέβαιη, μακροχρόνια εξουσία, είχε συμφέρον να ενθαρρύνει την οικονομική παραγωγή με κίνητρα (χαμηλότερους φόρους) και παροχή δημόσιων αγαθών (προστασία από περιπλανώμενους ληστές, τάξη, κ.ά.) – αναλάμβανε δηλαδή κρατικές λειτουργίες – ώστε να εισπράττει περισσότερους φόρους επί μακρόν. Σε τέτοιες συνθήκες ήταν ευχαριστημένοι και οι υπήκοοι γιατί απολάμβαναν προστασία και ευημερία. Όταν ο μονάρχης είχε (ή προέβλεπε) αβέβαιη, βραχυχρόνια εξουσία, τον συνέφερε να μη δίνει κίνητρα και να δημεύει τους πόρους που θα απέδιδαν φόρους χαμηλότερους από την αξία τους στο διάστημα της εξουσίας του. Οι περισσότερες μοναρχίες/τυραννίες αποδείχθηκαν πεπερασμένες, απέδωσαν οικονομικά όχι πέραν μιας γενιάς (30-35 χρόνια) και η συμπεριφορά των τυράννων διολίσθησε σ’ αυτή των περιπλανώμενων ληστών…
Όταν αναπτύχθηκαν ομάδες συμφερόντων και η κυριαρχία ενός μονάρχη αμφισβητήθηκε, διαμορφώθηκε σταδιακά το καθεστώς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπου θεσπίσθηκαν καθεστώτα ιδιοκτησίας, συναλλαγών, διοίκησης και άλλα, χαρακτηριστικά των δυτικών κοινωνιών. Στην ιδεατή της μορφή, η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, με το να δίνει την εξουσία σ’ αυτούς που προάγουν τις επιθυμίες του πληθυσμού, προσφέρει κίνητρα για διαρκή και καλή διακυβέρνηση που ευνοούν την οικονομική ανάπτυξη και διασφαλίζουν το ‘δημόσιο’ ή ‘κοινό συμφέρον’ και των ομάδων που εκπροσωπούνται. Ο παρακάτω Πίνακας συνοψίζει τα κύρια χαρακτηριστικά των τριών καθεστώτων διακυβέρνησης στα οποία βασίζεται η μεταφορά της ιστορίας του M. Olson στην περίπτωση της ερημοποίησης.
Περιπλανώμενοι και εγκατεστημένοι ληστές και ερημοποίηση
Όπως φαίνεται στον Πίνακα, το καθεστώς διακυβέρνησης καθορίζει το καθεστώς ιδιοκτησίας των πόρων που, ανάλογα με τη ζήτηση και τις κρατούσες περιβαλλοντικές, οικονομικές, τεχνολογικές και κοινωνικο-πολιτισμικές συνθήκες, μπορεί να οδηγήσει στην υπερ-εκμετάλλευση γης, νερού, εδάφους και εδαφοκάλυψης και να ωθήσει σε ερημοποίηση τις ξηροθερμικές περιοχές, όπου αυτοί οι πόροι είναι σχετικά περιορισμένοι και ευαίσθητοι σε αλλαγές.
Όταν η ζήτηση είναι χαμηλή, τα τεχνολογικά μέσα και τα κοινωνικο-οικονομικά πρότυπα ‘παραδοσιακά’, τότε, ανεξάρτητα από καθεστώς ιδιοκτησίας των πόρων, οι παρεμβάσεις είτε των περιπλανώμενων είτε των εγκατεστημένων ληστών (μικροί ή/και μεγάλοι παραγωγοί και καταναλωτές) προκαλούν υποβάθμιση της γης, αλλά το ενδεχόμενο ερημοποίησης είναι χαμηλό με πιθανή εμφάνιση μετά από πολύ μακρό χρονικό διάστημα σε περιορισμένες εκτάσεις. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, το είδος, η έκταση και η ένταση της ανθρώπινης δραστηριότητας συνήθως προσαρμόζονται στους περιορισμούς του (μεταβαλλόμενου) φυσικού περιβάλλοντος όπως φανερώνουν οι περιπτώσεις πολλών περιοχών στην Ελλάδα (Κυκλάδες, Δωδεκάνησα) και αλλού.
Όταν οι πόροι είναι ελεύθερης πρόσβασης, αλλά η ζήτηση μεγάλη, ο ανταγωνισμός έντονος, η τεχνολογία προηγμένη και το κίνητρο για κέρδος ισχυρό (και αποκλειστικό), οι περιπλανώμενοι ληστές, μεγάλοι κυρίως παραγωγοί, υπερ-εκμεταλλεύονται τους έγγειους πόρους (free-riding) εντείνοντας την υποβάθμιση τους και αυξάνοντας τον κίνδυνο ερημοποίησης σημαντικά· μια περίπτωση της κλασσικής ‘τραγωδίας των κοινών’.
Σε απολυταρχικά καθεστώτα, οι πόροι έχουν ένα μοναδικό ιδιοκτήτη, είτε τον μονάρχη είτε το κράτος. Η μεγάλη ζήτηση πόρων για επιτάχυνση της οικονομικής μεγέθυνσης, σε συνδυασμό με ακατάλληλες διαχειριστικές πρακτικές (π.χ. τεχνολογία ακατάλληλη για τις τοπικές συνθήκες), εντατικοποιεί τη χρήση των πόρων αυξάνοντας τον κίνδυνο ερημοποίησης. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ακραίας υποβάθμισης και ερημοποίησης σε μεγάλη κλίμακα είναι η περίπτωση της λίμνης Αράλης στη Κεντρική Ασία(5). Προκλήθηκε από την εκτροπή των ποταμών που την τροφοδοτούσαν για να στηριχθεί η εντατική γεωργία της ευρύτερης περιφέρειας το 1960. Το 2000 η έκταση και ο όγκος της ήταν ένα μικρότατο ποσοστό του αρχικού, η στάθμη του νερού είχε πέσει κατά 20-25 μέτρα και η αλατότητα είχε δεκαπλασιαστεί. Το 2005 η Παγκόσμια Τράπεζα χρηματοδότησε έργα αποκατάστασης της(6).
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η εξάντληση των υδατικών πόρων και τα έντονα φαινόμενα ερημοποίησης στη Νότια Ισπανία επί δικτατορίας του στρατηγού Φράνκο (1939-1975) που αποδόθηκαν στην αλόγιστη χρήση νερού λόγω της χαμηλής τιμής που χρέωνε ο δικτάτορας στους αγρότες για να τους ευχαριστεί και να ενισχύσει την αγροτική παραγωγή (Sauri and del Moral 2001). Βέβαια η διάδοχη δημοκρατική κατάσταση δεν κατόρθωσε να ανασχέσει, αντίθετα, επέτεινε την υποβάθμιση λόγω της άναρχης και ραγδαίας τουριστικής ανάπτυξης και κατασκευής εκατοντάδων υδροβόρων γηπέδων γκολφ.
Σε πολλά απολυταρχικά καθεστώτα, η συνεργασία κυβερνήσεων με διεθνείς επενδυτές για μεγάλης κλίμακας έργα (μεταλλεία, χρυσωρυχεία, μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα) με χαλαρούς περιβαλλοντικούς όρους έχει επίσης συντελέσει στην υποβάθμιση των έγγειων πόρων (υπεράντληση, διάβρωση, αποψίλωση δασών) και σε σημαντική αύξηση του κινδύνου ερημοποίησης.
Ένας μονάρχης μπορεί να εκχωρήσει, με πώληση ή μακροχρόνια μίσθωση, εκτάσεις της επικράτειας του σε ξένους επενδυτές για εκμετάλλευση όπως συμβαίνει, εδώ και αρκετά χρόνια, με τις συναλλαγές γης σε χώρες του τρίτου κυρίως κόσμου (Αφρική, ΝΑ Ασία, Νότια Αμερική)(7). Ονομάσθηκαν ‘αρπαγή της γης’ (land grab) από τα Ηνωμένα Έθνη και άλλους διεθνείς οργανισμούς που κρούουν τον κώδωνα της ενδεχόμενης υποβάθμισης από την εντατικοποίηση της χρήσης της γης για εντατικές, υδροβόρες καλλιέργειες τροφίμων και βιοκαυσίμων (UNCCD 2014, Χατζημιχάλης 2014).
Η αβεβαιότητα της εξουσίας του μονάρχη, σε συνδυασμό με τις μεγάλες και επίμονες πιέσεις που ασκούν οι πολυεθνικές εταιρείες, επιβεβαιώνουν την πρόβλεψη του Olson ότι οι εγκατεστημένοι ληστές συμπεριφέρονται σαν τους περιπλανώμενους υπό καθεστώς αβεβαιότητας. Τέλος, η περίπτωση αγαθού και καλοπροαίρετου μονάρχη, που δίνει προτεραιότητα στη διατήρηση της ακεραιότητας και καλής κατάστασης των έγγειων πόρων της περιοχής του μακροχρόνια δεν μπορεί να αποκλεισθεί φυσικά αν και δεν είναι ευρέως γνωστά σχετικά παραδείγματα.
Σε δημοκρατικά καθεστώτα, η μεγάλη ποικιλία ιδιοκτησιακών καθεστώτων (βλ. Πίνακα), πολιτισμικών συστημάτων, γεωγραφικών και άλλων συνθηκών καθώς και η απόσταση μεταξύ θεωρίας και πράξης της δημοκρατίας δεν επιτρέπει ασφαλή γενίκευση όσον αφορά τα αποτελέσματα της συμπεριφοράς των ‘ληστών’ στην ερημοποίηση. Η συζήτηση που ακολουθεί είναι αναγκαστικά επιλεκτική. Σε όλες τις περιπτώσεις, κρίσιμο ρόλο παίζουν (α) το ‘μίγμα’ των καθεστώτων πόρων, (β) ο δημόσιος χωροταξικός σχεδιασμός, και κυρίως η ορθή εφαρμογή του, που καλείται να διαχειριστεί τον ανταγωνισμό μεταξύ συχνά συγκρουόμενων χρήσεων γης αλλά και να διαφυλάξει ευαίσθητες περιοχές από υποβάθμιση και (γ) η περιβαλλοντική πολιτική, ιδιαίτερα δε η εναρμόνιση της με τομεακές και αναπτυξιακές πολιτικές.
Οι δημόσιοι πόροι συνήθως διατρέχουν κίνδυνο είτε κακοδιαχείρισης είτε καταπάτησης. Προστατευόμενες περιοχές σε ξηροθερμικές περιοχές της Ελλάδας που απειλούνται από ερημοποίηση (και όχι μόνο) δεν έχουν ακόμα αποκτήσει φορείς διαχείρισης με αποτέλεσμα η ανεξέλεγκτη χρήση τους να υποβαθμίζει επικίνδυνα τους έγγειους πόρους τους. Παρόμοια αποτελέσματα έχουν και αποφάσεις του Δημοσίου για παραχώρηση δημόσιων γαιών για μεγάλα αναπτυξιακά έργα για την προώθηση του ‘δημόσιου συμφέροντος’ που μεταφράζεται στενά σαν οικονομική μεγέθυνση στο όνομα της οποίας αναστέλλεται η εφαρμογή των όποιων περιβαλλοντικών κανονισμών υπάρχουν. Η καταπάτηση δημόσιων γαιών και η ‘κλοπή’ δημόσιων πόρων (νερό, ξυλεία), η εντατικοποίηση και η ανεξέλεγκτη χρήση τους από μικρούς και μεγάλους ιδιώτες (free-riding) δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία αλλά παγκόσμιο φαινόμενο που ακυρώνει τις όποιες προσπάθειες συνετής διαχείρισης τους. Τόσο η κακοδιαχείριση όσο και η καταπάτηση δημόσιων πόρων τους μετατρέπει σε πόρους ελεύθερης πρόσβασης εξηγώντας, έτσι, τη συμπεριφορά των ‘περιπλανώμενων ληστών’/χρηστών, τη συνακόλουθη υποβάθμιση τους αλλά και τις προτάσεις για ιδιωτικοποίηση τους που, όμως, δεν λύνουν τα προβλήματα υποβάθμισης (Ostrom 1990, 1999).
Οι ιδιωτικοί πόροι ανήκουν σε μικρούς και μεγάλους ιδιοκτήτες που, με γνώμονα την άμεση μεγιστοποίηση του ατομικού τους συμφέροντος, αποφασίζουν συνήθως ως περιπλανώμενοι ληστές υπέρ της εντατικοποίησης της χρήσης των πόρων, αγνοώντας συχνά τα υφιστάμενα καθεστώτα προστασίας πόρων και δημόσιου χωροταξικού σχεδιασμού και επιταχύνοντας την υποβάθμιση τους. Συνήθως το άμεσο όφελος της υπερ-εκμετάλλευσης των πόρων είναι υπερ-πολλαπλάσιο οποιουδήποτε κόστους παραβίασης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας με αποτέλεσμα οι ιδιώτες να μην έχουν κίνητρο να σταματήσουν την υπερ-εκμετάλλευση. Το συλλογικό αποτέλεσμα της ατομικής δράσης των πολλών ‘μικρών τυράννων’, η υποβάθμιση της γης και η ερημοποίηση, είναι κοινωνικο-οικονομικά ανεπιθύμητο (Μπριασούλη 2010). Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων έχει προταθεί η κρατικοποίηση των πόρων που, όμως, όπως γράφτηκε παραπάνω, οδηγεί κι αυτή, αργά ή γρήγορα, στην ανάδυση περιπλανώμενων ληστών…
Η παγκοσμιοποίηση ευνοεί την ανάδυση νέων αγορών, εντείνει τον οικονομικό ανταγωνισμό και, κατά συνέπεια, τη χρήση των ιδιωτικών πόρων βραχυχρόνια με ταχείς ρυθμούς στους οποίους δεν είναι εύκολο να προσαρμοστούν έγκαιρα τα ισχύοντα καθεστώτα πόρων. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ο κρίσιμος ρόλος του επίσημου κράτους που, λειτουργώντας σε πνεύμα ελεύθερης αγοράς και ενίοτε πελατειακής νοοτροπίας, συχνά ευνοεί την ιδιωτική πρωτοβουλία τόσο των μικρών (νομιμοποιήσεις αυθαιρεσιών) όσο και των μεγάλων (ιδιαίτερα των διεθνών) ιδιοκτητών και επενδυτών (χαλάρωση ισχύουσας και εισαγωγή νέας ευνοϊκής νομοθεσίας, παροχή οικονομικών κινήτρων και στρεβλών επιδοτήσεων). Έτσι διευκολύνεται η περαιτέρω εδραίωση της παγκοσμιοποιημένης αγοράς (Sassen 2006) και διαιωνίζονται οι περιβαλλοντικές της συνέπειες.
Έγγειοι πόροι σε καθεστώς κοινής κτήσης δεν απαντώνται τόσο συχνά πια, εκτός από περιοχές όπου παραδοσιακά αυτό το καθεστώς είναι εγγεγραμμένο στις κοινωνικο-πολιτισμικές δομές και πρακτικές. Σ’ αυτό το ιδεατό καθεστώς, ο εσωτερικός έλεγχος (μεταξύ των μελών της ομάδας με δικαιώματα στους πόρους) της χρήσης των πόρων (π.χ. νερό άρδευσης, βοσκοτόπια, υλοτομούμενα δάση) αποσκοπεί στη διατήρηση της ποιότητας και ποσότητας τους που εξασφαλίζει την αειφορική τους χρήση. Πιέσεις λόγω παγκοσμιοποίησης, άρα ανάγκης άμεσης ανταπόκρισης σε υψηλή ζήτηση προϊόντων (π.χ. κρέας, λαχανικά/φρούτα, σιτηρά), ωθεί κάποια από τα μέλη να παραβιάσουν το καθεστώς κοινής κτήσης με αποτέλεσμα να προκληθεί η κατάρρευση του (Ostrom 1999) και επακόλουθο τη γνωστή διαδικασία υποβάθμισης.
Τέλος, αμιγείς πόροι ελεύθερης χρήσης απαντώνται σε δημοκρατικά καθεστώτα αλλά δεν εξαιρούνται υπερ-εκμετάλλευσης έως ότου υπαχθούν σε κάποιο από τα άλλα τρία καθεστώτα.
Δημοκρατία και ηθική της γης στο Ανθρωπόκαινο
Η ιστορία του Olson δείχνει απλά ότι η ερημοποίηση, προϊόν πολύπλοκων και δυναμικών σχέσεων μεταξύ βιοφυσικών και ανθρώπινων παραγόντων και συγκυριών, είναι ζήτημα πρωτίστως πολιτικό και ηθικό, άρα η αντιμετώπιση της απαιτεί δράσεις σε συλλογικό και ατομικό επίπεδο. Αρκετές από αυτές περιέχονται ήδη στη Διεθνή Σύμβαση για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης και σε άλλα διεθνή και εθνικά θεσμικά κείμενα όπως η Σύμβαση του Aarhus(8) που εξασφαλίζει τρία δικαιώματα: πρόσβασης στην περιβαλλοντική πληροφορία, πρόσβασης στην περιβαλλοντική δικαιοσύνη και συμμετοχής στη λήψη αποφάσεων.
Στο συλλογικό επίπεδο, το ζητούμενο είναι ένα καθεστώς διακυβέρνησης που πλαισιώνει και διευκολύνει την ανάληψη δράσεων συνετής διαχείρισης των πόρων βασισμένο στην ιδέα της καλής διακυβέρνησης (good governance) που χαρακτηρίζεται από συμμετοχή, ισότητα και δικαιοσύνη, διαφάνεια, ανταπόκριση στα προβλήματα των τοπικών κοινωνιών, αποδοτικότητα και αποτελεσματικότητα, προβλεψιμότητα, συνοχή, νομιμότητα και λογοδοσία (HLPD 2008). Κι αυτό δεν μπορεί να είναι άλλο από μια Δημοκρατία της Γης με θεμελιώδη συστατικά:
(α) ένα πλαίσιο ορθολογικού και ολοκληρωμένου δημόσιου σχεδιασμού, πολιτικής και διαχείρισης για το συντονισμό των απαιτούμενων παρεμβάσεων με γνώμονα τη χωρική δικαιοσύνη για τη μείωση των ανισοτήτων και την άρση της αβεβαιότητας που προκαλούν και προκαλούνται από την υποβάθμιση της γης
(β) ασφαλή ατομικά και συλλογικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, συναλλαγών, συμμετοχής, κ.ά. καθώς και σαφή καθεστώτα πόρων για να είναι εφικτή και διαφανής η ισότιμη εφαρμογή των παρεμβάσεων και ο έλεγχος των εκάστοτε αρχόντων (εγκατεστημένων ληστών)
(γ) προστασία γης και πόρων από ‘αρπαγή’, από τη δράση, δηλ., των περιπλανώμενων ληστών
(δ) έλεγχο ή, καλύτερα, απάλειψη της δράσης εκπροσώπων ομάδων πίεσης (λομπίστες) (βλ. Olson 2003)
(ε) καθεστώς συν-διαχείρισης πόρων(9) (Μπριασούλη 2006)
Στο ατομικό επίπεδο, το ζητούμενο είναι η απαλλαγή από τη νοοτροπία του ληστή – περιπλανώμενου ή εγκατεστημένου – δυστυχώς ευρέως διάχυτη και παγκοσμιοποιημένη πολύ πριν τη σύγχρονη παγκοσμιοποίηση. Αυτό επιτυγχάνεται μόνο με εδραίωση μιας Ηθική της Γης (Leopold 1949) που χωρίς αυτήν δεν εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία των θεσμών και η αποτελεσματικότητα της Δημοκρατίας της Γης. Τούτο είναι ένα δύσκολο, απαιτητικό και μακροχρόνιο εγχείρημα που απαιτεί παιδεία, κυρίως βιωματική, για να αναπτυχθεί η προσωπική ευθύνη για τη γη γιατί, όπως έγραψε ο Leopold (1949): «Είναι δύσκολο να κάνεις κάποιον, με την πίεση του νόμου ή των χρημάτων, να κάνει κάτι που δεν πηγάζει αυθόρμητα από την προσωπική του αίσθηση του σωστού και του λάθους». Και πριν απ’ αυτόν, ο Ν. Καζαντζάκης προέτρεπε στην Ασκητική (1929): «Να αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Άμα δε σωθεί εγώ θα φταίω».
Ένα προσωπικό στοίχημα: η μείωση το αποτυπώματος μας στη γη (land footprint)
Η ‘εικονική γη’, που σχετίζεται με την κατανάλωση της για παραγωγή αγαθών, φαίνεται στα παρακάτω παραδείγματα (UNCCD 2014):
Ένα αυτοκίνητο 150 τμ γης
Ένα κιλό μοσχαρίσιο κρέας 22 τμ γης
Ένα φορητό υπολογιστή 10 τμ γης
Ένα φλυτζάνι καφέ 4.3 τμ γης
Ένα χάμπουργκερ, τηγανητές πατάτες, σαλάτα 3.61 τμ γης
Ένα ποδήλατο 3.4 τμ γης
Ένα λίτρο γάλα 1.5 τμ γης
Σημειώσεις
(1) Ανθρωπόκαινο: όρος που έγινε ευρέως γνωστός από τον Νομπελίστα ατμοσφαιρικό επιστήμονα P. Crutzen και αναφέρεται στη γεωλογική περίοδο από την αρχή της οποίας η ανθρώπινη δραστηριότητα επηρέασε φανερά και σημαντικά τον πλανήτη Γη. https://en.wikipedia.org/wiki/Anthropocene, http://www.tovima.gr/science/technology-planet/article/?aid=592591
(2) GATT – Γενική Συμφωνία Δασμών και Εμπορίου
(3) ‘Καθεστώς διακυβέρνησης’ είναι το σύνολο των δομών, διαδικασιών και εργαλείων τα οποία συμμετέχοντες (actors) από τον δημόσιο, ιδιωτικό και κοινωνικό τομέα χρησιμοποιούν για να θέσουν στόχους και να διαχειριστούν οικονομικές, κοινωνικές, περιβαλλοντικές και άλλες υποθέσεις (Briassoulis 2010).
(4) Η ιστορία έχει εφαρμοσθεί στην περίπτωση υπερ-εκμετάλλευσης και εξάντλησης των θαλάσσιων πόρων (Berkes et al. 2006), μεταξύ άλλων.
(5) The Aral Sea crisis. http://www.columbia.edu/~tmt2120/introduction.htm
(6) http://news.nationalgeographic.com/news/2014/10/141001-aral-sea-shrinking-drought-water-environment/
(7) http://www.landmatrix.org/en/
(8) Σύμβαση Aarhus http://www.ypeka.gr/?tabid=467
(9) Στο World Conservation Congress του Μοντρεάλ (1996) ορίστηκε σαν: «μια σύμπραξη στην οποία κρατικές υπηρεσίες, τοπικές κοινότητες και χρήστες των πόρων, μη κυβερνητικοί οργανισμοί και άλλοι εταίροι μοιράζονται, όπως ταιριάζει στο εκάστοτε περιβάλλον, την εξουσία και την ευθύνη για τη διαχείριση μιας συγκεκριμένης περιοχής ή ενός συνόλου πόρων» (Μπριασούλη 2006).
Βιβλιογραφία
Berkes, F. et al. (2006) Globalization, Roving Bandits, and Marine Resources. Science 17, March 2006: Vol. 311 no. 5767 pp. 1557-1558 DOI: 10.1126/science.1122804
Briassoulis, H. (2010) Governing Desertification in Mediterranean Europe: The Challenge of Environmental Policy Integration in Multi-level Governance Contexts”, Land Degradation and Development 22(3): 313-325, 2010.
HLPD (2008) Desertification – Coping with Today’s Global Challenges in the Context of the Strategy of the United Nations Convention to Combat Desertification. High-Level Policy Dialogue, Bonn, May 27, 2008
Leopold, A. (1949) A Sand County Almanac. Oxford University Press. Αναμνηστική επανέκδοση το 1989.
Olson, M. (2003) Εξουσία και ευημερία. Υπερβαίνοντας τις κομμουνιστικές και τις καπιταλιστικές δικτατορίες. Μετ. Πλυτά Τ., Παπαζήσης, Αθήνα.
Olson, M. (1993) Dictatorship, Democracy, and Development. The American Political Science Review, Vol. 87, No. 3 (Sep., 1993), pp. 567-576
Ostrom, Ε. (1990) Governing the Commons: The Evolution of Institutions for Collective Action (New York: Cambridge University Press, 1990).
Ostrom et al. (1999) Revisiting the Commons: Local Lessons, Global Challenges. Science, 284: 278-282.
Sassen, S. (2006) Territory, Authority, Rights: From Medieval to Global Assemblages. Princeton University Press, Princeton, NJ.
Sauri, D. and L. del Moral (2001) Recent developments in Spanish water policy: Alternatives and conflicts at the end of the hydraulic age. Geoforum 32: 351-362.
UNCCD (2014) The Land in numbers. http://www.unccd.int/Lists/SiteDocumentLibrary/Publications/Land_In_Numbers_web.pdf
Μπριασούλη, Ε. (2006) Η κάθαρση των Ελληνικών παράκτιων «κοινών». Εισήγηση στο διεθνές συνέδριο: Ολοκληρωμένη διαχείριση παράκτιων περιοχών: Από τη θεωρία στη συνεργατική δράση για ένα βιώσιμο μέλλον. Αθήνα, 23-24 Νοεμβρίου 2006. http://www.e-ecology.gr/DiscView.asp?mid=983&forum_id=2&
Μπριασούλη, Ε. (2010) Μικροί τύραννοι, μόνοι, απληροφόρητοι… ακόμα ψάχνουν.
http://www.ekke.gr/estia/Cooper/Briassouli/Briassouli_mikroi%20tyrannoi%2021%201%202010.pdf
Μπριασούλη, Ε. (2014) 17 Ιουνίου: Παγκόσμια Ημέρα για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης: Στα εικοσάχρονα της επετείου 1994-2014. http://www.aplotaria.gr/17-june-desertification-mpriasouli/
Χατζημιχάλης, Κ. (2014) Κρίση χρέους και υφαρπαγή της γης. Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα.
Τετάρτη 17 Ιουνίου 2015
Περιπλανώμενοι και εγκατεστημένοι ληστές της γης και ερημοποίηση
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου