Συχνά, πάσχοντες από ανίατες και βαριές ασθένειες συναινούν στο να υποβληθούν σε νέες θεραπευτικές αγωγές πειραματικού χαρακτήρα, λογίζοντας ότι τελικά δεν έχουν τίποτα να χάσουν. Τα άτομα αυτά ηθελημένα μεν ριψοκινδυνεύουν αλλά ελπίζουν. Αντιθέτως, όλοι εμείς οι άλλοι σε ημερήσια σχεδόν βάση μετατρεπόμαστε σε πειραματόζωα όταν διάφορες κρατικές υπηρεσίες και πολυεθνικές εταιρείες αλλάζουν τα όρια ασφαλείας που οι ίδιες προηγουμένως επέβαλλαν σχετικά με την ποιότητα της δημόσιας υγείας (ατμοσφαιρική ρύπανση, εκλυόμενη ραδιενέργεια κ.λπ.).
Για σκεφθείτε για λίγο, τι σημαίνουν οι αλλαγές αυτές; Με ποια κριτήρια ήμασταν πριν ασφαλείς, σε ποια θεμέλια χτίζαμε τις βεβαιότητές μας και πώς τώρα οι χθεσινές εγγυήσεις ακυρώνονται; Ριψοκινδυνεύουμε φυσικά, αλλά τη φορά αυτή αθέλητα και ανυποψίαστα. Κι όταν επέλθουν οι πρώτες βλάβες, αναπηρίες, θάνατοι, αρρώστιες και τρομώδης δυσανεξία, μοιραία ο φόβος συνδράμει την αβεβαιότητα. Ο φόβος της αβεβαιότητας είναι αναδρομικός, στο βαθμό που εκ των υστέρων ανακαλύπτουμε πως ήμασταν ανέκαθεν απροστάτευτοι από τις βλαπτικές συνέπειες των οπαδών του παραγωγισμού και του καταναλωτισμού (αυτοεξαιρούμαστε άραγε;). Είναι όμως και φόβος απέναντι στο παρόν το εκτεθειμένο στις αρνητικές συνέπειες ενός βλαπτικού μέλλοντος.
Έτσι λοιπόν ζούμε σε μια «κοινωνία της διακινδύνευσης» υπό μια διττή έννοια: Από τη μια μεριά αναλαμβάνουμε απρόθυμα ίσως, αλλά πάντως εγνωσμένος, το ρίσκο με την ελπίδα να βγούμε κερδισμένοι (από το χρηματιστήριο, την αλλαγή επαγγέλματος κ.λπ.). Από την άλλη, όμως, υφιστάμεθα αθέλητα τις αρνητικές συνέπειες που πιθανώς να επέλθουν από έργα και λόγους ανθρώπων της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, το πράττει εντός της κοινωνίας της διακινδύνευσης συνεπάγεται μια ορισμένη άρση της εμπιστοσύνης στο σύστημα και τις προνοιακές πολιτικές του κράτους. Μετά τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα με τις διοξίνες, τις «τρελές αγελάδες», τα μεταλλαγμένα τρόφιμα και την «τρύπα του όζοντος» είναι εξαιρετικά δύσκολο πλέον για το άτομο να επαφεθεί στις διαβεβαιώσεις ειδικών και αρμοδίων. Μοιάζει πλέον με αφέλεια η εμμονή στην ύφανση του δικτύου ασφαλείας που επιτρέπει την ανάπτυξη του κοινωνικού κεφαλαίου και της εμπιστοσύνης στον λόγο του άλλου.
Η επέλαση της αβεβαιότητας έχει μια τιμή και ένα τίμημα: την πρώτη μπορεί ίσως το σύστημα να την καταβάλλει με μικρές ή μεγάλες οικονομικές απώλειες. Το δεύτερο όμως είναι πολύ βαρύτερο για να συνεχίσει απρόσκοπτα η κοινωνική συνοχή. Και τούτο διότι η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα ναρκώνουν τη φαντασία, καθηλώνουν τη δράση και υποσιτίζουν τις αξιώσεις για μια ενεργή δημοκρατία. Για το μέσο άνθρωπο, το ζην επικινδύνως δεν είναι θέμα γούστου, αισθητική οριοβασία ή επιλογή αυτοαναγνώρισης. Είναι μια συνθήκη ύπαρξης όπου η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης τείνει να μετατραπεί σε κανόνα, με αποτέλεσμα την αποξένωση και τον εξαναγκασμό στην ιδιώτευση.
Πάντως, στο αμείλικτο ερώτημα: «πόση ανασφάλεια μπορεί να αντέξει ο άνθρωπος;» δεν υπάρχει τελική απάντηση. Επειδή τίποτα δεν είναι μονοσήμαντο, ακόμη και τώρα, μεσουρανούντως του καταναλωτισμού, οι λυγμικές αναφορές στην κοινωνία της διακινδύνευσης παρέλκουν. Αν πίσω από την αβεβαιότητα ελλοχεύει η ιδιώτευση άλλο τόσο κρυφανασαίνει η πολιτική, ο συναγερμός δυνατοτήτων και πρωτοβουλιών. Η επέλαση της αβεβαιότητας δεν μπορεί να είναι χωρίς αντιστάση.
Πηγή: http://www.dramini.gr/ - Νικόλαος Μεταξάς
Πηγή: http://www.dramini.gr/ - Νικόλαος Μεταξάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου