Μέχρι το 2040 εκτιμάται ότι θα διαρκέσουν τα αποθέματα λιγνίτη που υπάρχουν στη Δυτική Μακεδονία και υπολογίζονται σε ένα δισεκατομμύριο τόνους εκμεταλλεύσιμου κοιτάσματος. Σε κάθε περίπτωση, προβλέπεται για την επόμενη δεκαετία σταθεροποίηση της σημερινής κατάστασης παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στην περιοχή.
Ωστόσο οι άνθρωποι του τόπου αναγνωρίζουν την ανάγκη αποστασιοποίησης από την «μονοκαλλιέργεια» του λιγνίτη και ενθάρρυνσης δραστηριοτήτων που αφορούν τον πρωτογενή τομέα και την αγροτική παραγωγή, την επιχειρηματικότητα και τον τουρισμό.
Οι παραπάνω προβλέψεις ανήκουν στον βοηθό διευθυντή του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας, Δημήτρη Ζαραφίδη, ο οποίος θα μιλήσει για την ιστορία και τις προοπτικές του λιγνίτη κατά τη διημερίδα ιστορικής καταγραφής που θα πραγματοποιηθεί το Σαββατοκύριακο στην Πτολεμαϊδα για τα 100 χρόνια από την απελευθέρωση της περιοχής.
Με αφορμή την πρόσφατη δικαίωση της ΔΕΗ από το ευρωπαϊκό δικαστήριο για την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων του λιγνίτη, ο κ. Ζαραφίδης επισημαίνει στο ΑΜΠΕ ότι «αποδυναμώνεται, με τη σχετική απόφαση, το σενάριο της πώλησης μονάδων λιγνίτη». Παράλληλα η περιοχή αναμένει να αποκομίσει οφέλη από την κατασκευή της μονάδας «Πτολεμαϊδα 5» που εκτιμάται ότι θα έχει πολύ μεγάλο συντελεστή απόδοσης λόγω σύγχρονης τεχνολογίας. Επιπλέον σχεδιάζεται η κατασκευή και δεύτερης μονάδας στη Μελίτη και υπάρχουν σκέψεις για σχεδιασμό μίας ακόμη μονάδας στο συγκρότημα του Αγίου Δημητρίου.
«Με βάση τα δεδομένα αυτά, βλέπω μια σταθεροποίηση της κατάστασης στην παραγωγή ρεύματος από τον λιγνίτη της Δυτικής Μακεδονίας, για τα επόμενα δέκα χρόνια. Για αυτή τη χρονική περίοδο η συμμετοχή του λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή θα διαμορφωθεί στα σημερινά επίπεδα, αν υπολογίσει κανείς το κλείσιμο ορισμένων μονάδων, όπως αυτή του ΑΗΣ Πτολεμαϊδας πριν από δύο χρόνια, και τη δημιουργία νέων» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Παρουσιάζοντας, άλλωστε, στοιχεία και αριθμούς για το Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας, σημειώνει πως πρόκειται για το μεγαλύτερο Λιγνιτικό Κέντρο των Βαλκανίων, το οποίο κατέχει τη δεύτερη θέση σε δυναμικότητα ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (μετά τη Γερμανία) και την έκτη παγκοσμίως. Στην περιοχή λειτουργούν έξι ατμοηλεκτρικοί σταθμοί στην Πτολεμαϊδα, την Κοζάνη και τη Φλώρινα, με 18 μονάδες, εγκατεστημένης ισχύος 4.388 Μεγαβάτ, ποσού που αποτελεί το 40% της συνολικής ισχύος της χώρας.
Τα τέσσερα μεγάλα ορυχεία του λιγνιτικού κέντρου καταλαμβάνουν έκταση 160.000 στρεμμάτων ενώ στην διαδικασία της παραγωγής ρεύματος «συμμετέχουν» 42 μεγάλοι ηλεκτροκίνητοι εκσκαφείς, 220 χιλιόμετρα ταινιόδρομων, 16 μεγάλοι αποθέτες, και πάνω από 1000 βοηθητικά ντιζελοκίνητα μηχανήματα.
Σε ό,τι αφορά τα δεδομένα της παραγωγής, τα 4/5 της λιγνιτικής παραγωγής της χώρας προέρχονται από τη Δυτική Μακεδονία ενώ στη συνολική κατανάλωση της ενέργειας στην Ελλάδα ο λιγνίτης κατέχει ποσοστό 44,6%, τα νερά 5,9%, το πετρέλαιο 7,7%, το φυσικό αέριο 24%, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας 7,8% και οι εισαγωγές ρεύματος 10%.
Σε όσους, τέλος, επιρρίπτουν «ευθύνες» στον λιγνίτη για μονομερή ανάπτυξη του τόπου, ο κ. Ζαραφίδης απαντά: «πράγματι η επιχειρηματικότητα έμεινε πίσω, όμως, παράλληλα, γύρω από τη ΔΕΗ αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα δραστηριότητες ιδιωτών που ασχολούνται με υποδομές και μηχανήματα». Για το μέλλον, εκτιμά ότι θα μπορούσαν να γίνουν στοχευμένες κινήσεις στην αγροτική παραγωγή και τον τουρισμό, ιδιαίτερα τον βιομηχανικό, δεδομένου ότι κάθε χρόνο πάνω από έξι χιλιάδες άνθρωποι επισκέπτονται τις μονάδες της ΔΕΗ. Εκεί βλέπουν από κοντά το μέγεθος της δραστηριότητας που αναπτύχθηκε λίγα χρόνια μετά το 1900, όταν για πρώτη φορά οι κάτοικοι της Εορδαίας, σκάβοντας λίγο στο έδαφος ανακάλυψαν ότι το χώμα φλέγεται.
Πηγή: ΑΜΠΕ
Πηγή: ΑΜΠΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου