Τρίτη 25 Οκτωβρίου 2016

Εορδαία: Κάμπος ισχύος...

Οταν δεν κοιτάς τα φουγάρα, βλέπεις τα βουνά· το Βέρμιο, το Ασκιο, το Μουρίκι. Οταν δεν αναζητάς τους ατμοηλεκτρικούς σταθμούς, εντοπίζεις γεφύρια, μακεδονικούς τάφους κι ανθρώπους φιλόξενους, δραστήριους, συνειδητοποιημένους. Στον λιγνιτοφόρο κάμπο της Πτολεμαΐδας δεν μετριούνται τα πάντα σε κιλοβατώρες.
Τα φουγάρα ψάχνεις. Τι άλλο; Ξέρεις και τίποτε άλλο για την Πτολεμαΐδα; Ξέρεις για τα βουνά και τα ποτάμια; Για το βασίλειο της Εορδαίας; Ή μήπως για τα πέτρινα γεφύρια, τα παλαιοντολογικά ευρήματα και τα ορεινά καταφύγια; Τα φουγάρα θες να δεις, να αμολάνε στον ουρανό λευκό καπνό σαν σοφοί Ινδιάνοι. Να στοιχίζονται στον κάμπο, να αναβοσβήνουν τη νύχτα, να ενώνεται ο καπνός με τη συννεφιά, να αναρωτιέσαι «ο καιρός βάρυνε ή πάντα έτσι είναι εδώ στην Πτολεμαΐδα»;
Λιγνιτωρυχεία Ποντοκώμης, ατμοηλεκτρικός σταθμός Καρδιάς, πεδίο Κόμανου... Περνάνε οι θέσεις πλάι σου βολίδα. Κι εσύ σκαλώνεις, κοιτάς αχόρταγα ένα αμφίσημο βιομηχανικό τοπίο που έχει τον τρόπο να σε μαγνητίζει. Κοντά 50 χρόνια εξόρυξη. Τον ατέλειωτο έχει αυτός ο λιγνίτης;
Ορυχεία φαντάζεσαι. Μαύρα, κατράμια. Εργάτες χωμένους σε λαγούμια, βουτηγμένους στον φαι-άνθρακα. Χωριά που εξαφανίζονται κάτω απ' το κάρβουνο. Εκκλησίες που «περπατούν» μες στα ορυχεία. Θηριώδη μηχανήματα να κεντρίζουν τη γη κι αχόρταγες μπουλντόζες. Μιλιούνια.Να φαίνονται σαν μικροσκοπικά μυρμήγκια ξαφνικά, πομπή σε ένα αλλόκοτο σύμπαν. Μαύρο κι άραχνο.
Ασπρος καπνός. Καλό σημάδι, λένε. Ετσι το παίρνεις και προχωράς. Οργώνεις τον λιγνιτοφόρο κάμπο που απλώνεται ανάμεσα στο Βέρμιο και το Ασκιο. Πόσους κατοίκους έχει η Πτολεμαΐδα; 40.000. Πόσοι να είναι εργάτες της ΔΕΗ; Μια πόλη τετραγωνισμένη, επίπεδη, με αγορά ατέλειωτη, έντονη ζωή κι ένα απρόσμενο βροντερό «παρών» στα πολιτιστικά δρώμενα της δυτικής Μακεδονίας.Και στα περιβαλλοντικά. Εχεις ακούσει για την τηλεθέρμανση; Εδώ πρωτοεφαρμόστηκε.
«Να πας να δεις το πέτρινο σχολείο», σου λένε, «και το παλιό υδραγωγείο», μα εσύ μπαίνεις μέσα στο Παλαιοντολογικό μουσείο και έκπληκτος μαθαίνεις πως η Πτολεμαΐδα δεν είναι απλώς η πρωτεύουσα του λιγνίτη. Για μουσικό σχολείο, ωδείο, κινηματογραφική ομάδα, συναυλίες κι εκδηλώσεις σωρό, ακούς.
Εκθέσεις βλέπεις, «οι αίθουσές μας δε μένουν ποτέ άδειες. Ζωγραφικής, ιστορικές, κοσμήματος, ψηφιδωτού», λέει η πρόεδρος Θεοπίστη Κρυσταλλίδου, κι έτσι καταλαβαίνεις τον πολύπλευρο ρόλο του μουσείου, που με την έκθεση των αρχαιολογικών και λαογραφικών ευρημάτων προβλέπεται να γίνει πολυ-μουσείο. Τα ίδια και με τα σεμινάρια.Ολο τρέχουν εκπαιδευτικά προγράμματα για μικρούς και μεγάλους.
Τόσο εντυπωσιάζεσαι που ξεχνάς ότι ήρθες σε παλαιοντολογικό μουσείο. Κι όταν αντικρίζεις τον τεράστιο, σπάνιο χαυλιόδοντα μαμούθ, την κάτω γνάθο ιπποπόταμου κι ένα σωρό ακόμη απολιθώματα 1 έως 3 εκατομμυρίων χρόνων που βρέθηκαν στα λιγνιτωρυχεία, η έκπληξη περισσεύει.
Και πάνω που νιώθεις πως όλα τα 'μαθες για την Πτολεμαΐδα, πέφτουν οι ερωτήσεις βροχή και σε φέρνουν σε αμηχανία. «Το Μικρασιατικό σπίτι το είδες;», «Τις συνήθειες των Ποντίων τις έμαθες;», «Για τους Θρακιώτες σου 'πε κανείς;», «Τι κάθεσαι; Στα καζάνια να πας!». Και κάπως έτσι μπλέκεσαι με το πολυπολιτισμικό πλήθος.
Και κάπως έτσι βρίσκεσαι να καζανεύεις με τους ντόπιους. Ανάμεσα σε κλαρίνα και βιολιά, σε μπριζολάκια και ζυγούρια, ανάμεσα σε Πόντιους και Μικρασιάτες, ρέει το τσίπουρο, με γλυκάνισο συνήθως εδώ πάνω, και βράση που σταματά στα 21 γράδα.«Μα 20,5 μα 21 το ίδιο κάνει», λέει ένας. «Ποτέ! Τα γράδα είναι σαν τον σεισμό, και το μισό μετράει», ενίσταται κάποιος άλλος, και μ' αυτά και μ' εκείνα εύκολα ξημερώνεσαι...

Γεφύρια και μακεδονομάχοι
Καθαρό, πεντακάθαρο το τσίπουρο. Δίχως «κεφάλι» σηκώνεσαι κι αλωνίζεις πάλι τον κάμπο. Βλέπεις τους λόφους τριγύρω; Βουνά είναι. Το Βέρμιο στα ανατολικά, το Ασκιο και το Μουρίκι στα βορειοδυτικά, σκεπασμένα από έναν χιονιά που πλησιάζει. Εκεί πάνω η φύση έχει τον πρώτο λόγο. Εδώ κάτω, στον κάμπο, τον έχουν οι άνθρωποι.
Σου εξιστορεί ο πρόεδρος του Κόμανου, ας πούμε, ο Ευθύμιος Παπάς, το χρονικό της απαλλοτρίωσης του χωριού. Πάει ο Κόμανος, μα ο πρόεδρος πρόεδρος. Και οι εκκλησίες εκκλησίες. Αγία Παρασκευή, Αγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, Αγιος Νικόλαος στέκονται μέσα στα ορυχεία. Γύρω τους έσκαψαν. Είπαν να τον «περπατήσουν» τον τελευταίο, μα είναι παλιός, δεν θ' αντέξει.«Πέντε χωριά έχουν απαλλοτριωθεί από το '60». Τώρα, όπου να 'ναι παίρνει σειρά η Μαυροπηγή.
«Ιδιωτικός δρόμος. Εισέρχεστε με δική σας ευθύνη»: μέσα στα λιγνιτωρυχεία πορεύεσαι. Περνάς πύλες ελέγχου και μπάρες. Κρύβεται ο ουρανός απ' τα καλώδια. Εντυπωσιάζεσαι με το θέαμα, προβληματίζεσαι με την ξεπερασμένη πηγή ενέργειας.
Στη Σπηλιά σε στέλνουν όλοι. Ενας μακεδονικός τάφος άλλο πράγμα, μα δεν είναι ακόμη επισκέψιμος. Ούτε τα νεο-εξερευνημένα σπήλαια. Πρέπει να 'σαι σπηλαιολόγος για να τα δεις. Μα στους Πύργους τα βλέπεις όλα. Και τον μακεδονικό τάφο, από τους παλαιότερους του είδους, και τα δυο γεφύρια. Εκείνο του Σάνδρυμου κι εκείνο του Κάστρου, αναστηλωμένα κι υπέροχα.
Στα Κομνηνά δεν έχει τέτοια πράγματα να δεις. Ούτε στο Μεσόβουνο. Εδώ θα σου μιλήσουν για το Ολοκαύτωμα του '44, θα σου δείξουν το μνημείο και όλα τα χέρια θα υποδείξουν προς το Βέρμιο. Αν καβατζάρεις την πλαγιά, φτάνεις στο χιονοδρομικό της Βέροιας, στα 3-5 Πηγάδια!
Πολύ ξεστράτισες, πίσω πάλι στον κάμπο. «Στον Περδίκκα πήγες να δεις τον ελέφαντα;» σε ρωτούν. Κάνε κράτει, σημαντικότατος ο 5μετρος σκελετός 3 εκατομμυρίων ετών, μα δεν είναι ακόμη επισκέψιμος. Τα χωριά στα πόδια του Μουρικίου όμως είναι. Κι ολοζώντανα. Αρχίζουν απ' τον κάμπο, τρυπώνουν στα καστανοδάση και στις οξιές για λίγο.
Μπαίνεις στην Αρδασσα, βλέπεις τον ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος και το αναστηλωμένο πέτρινο σχολείο δίπλα του, φτάνεις στην Αναρράχη, να ’σου ένα φούστουρο κι ένα τσιπουράκι στο πόδι, σε πιάνει παρακάτω ο άλλος: «κοίτα το αρχοντικό Τζιαμπάζη πώς καταρρέει». «Ποιο αρχοντικό καλέ, έλα εδώ στον Φούφα να δεις το σπίτι που δολοφονήθηκε ο καπετάν Φούφας, ο μεγάλος Μακεδονομάχος»!
Γυρνάς προς το Μηλοχώρι, σε στέλνουν στο μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής που τόσο αγαπούν, πλάι στο χωριό βλέπεις μηλιές, μα σου λένε και για παλιούς μύλους κατά μήκος του ρέματος. Χαζεύεις το μικρό φράγμα και τη λιμνούλα στην πλάτη του, μαθαίνεις και τα ντόπια τυριά στο τυροκομείο. Μπάτζο, μανούρι και φέτα θα δοκιμάσεις παντού εδώ γύρω. Μέσα στο Εμπόριο βλέπεις τον... πύργο του Γαλατά. Ενα αντίγραφό του, για την ακρίβεια, πλάι στην όμορφη μέσα - έξω εκκλησία του Αγίου Μηνά.
Ακούς να τρέχουν τα νερά παραδίπλα, τρυπώνεις στο μικρό φαράγγι. Εδώ είναι ο καταρράκτης, εδώ κι ο καλοκαιρινός περίπατος των ντόπιων. Στο Εμπόριο είναι και το περίφημο καστανοδάσος όπου διοργανώνεται το φεστιβάλ «Το δάσος αλλιώς». Στο Εμπόριο και οι δύο ξενώνες, καύχημα των ντόπιων. Μα εσύ όπου κι αν σταθείς για τη ΔΕΗ ρωτάς. Τα φουγάρα όλο ψάχνεις. Να ανέβαινες με τον καπνό στα σύννεφα. Να τα 'βλεπες όλα από ψηλά. Μήπως απλά να παίρναμε σιγά σιγά τα βουνά;

Ασκιο & Μουρίκι
Τι ήταν να το ευχηθείς; Ορατότης μηδέν. Σε έχει πάρει αγκαλιά η ομίχλη και σε πάει. Ολο τον κάμπο θα ’βλεπες. Την Πτολεμαΐδα, τα χωριά, τα ορυχεία, τις κορυφές, ως πέρα το Καϊμακτσαλάν στην Πέλλα. Τώρα τα φαντάζεσαι. Στον αυχένα του Αγίου Κοσμά, ανάμεσα σε Μουρίκι και Ασκιο ή Σινιάτσικο, σηκώνεις γιακά, κάτι λίγο κάτω απ' το μηδέν η θερμοκρασία κι οι πρώτες νιφάδες σκαλώνουν στα μαλλιά. Δύσκολο να περπατήσεις τα ωραία μονοπάτια του βουνού έτσι. Αν δεν είχε χιόνι θα τρύπωνες στα δάση. Ως την κορυφή του Ασκιου θα μπορούσες να φτάσεις.
Τώρα θολές σιλουέτες όλα τα ξωκλήσια. Μόνο ένα καταφύγιο ονειρεύεσαι. Ενα; Τρία έχεις! Αντίκρυ οι πινακίδες. Αριστερά ο χωματόδρομος τραβάει για Ασκιο. Δυο τα ορειβατικά καταφύγια κι από εκεί η αφετηρία για το μονοπάτι της κορυφής. Τοπία πανέμορφα, θέα αδιανόητη υπό καλές καιρικές συνθήκες.
Δεξιά ο ασφαλτόδρομος για το Μουρίκι και τον ορεινό ξενώνα του. Να κάθεσαι πλάι στη σόμπα να βλέπεις το χιόνι να πέφτει ανάμεσα στις οξιές, να βλέπεις και ένα τέρας να πλησιάζει... απειλητικά μέσα από την ομίχλη. Δεν είναι η αρκούδα, η σκυλίτσα Αγίου Βερνάρδου είναι!
Χωριά πολλά δεν έχει εδώ πάνω. Δύσκολος ο χειμώνας παρά την ομαλότητα των βουνών. Η Βλάστη μόνο απλώνεται στο οροπέδιο ανάμεσα στα δύο βουνά, στα 1.200 μ. Ανθρώπους ψάχνεις κι αν δεν είναι μεσημέρι βρίσκεις. Το καφενείο του Αλέκου ας πούμε, είναι πάντα ανοιχτό, λένε.
Βολεύεσαι πλάι σε καμιά σόμπα, τσιμπολογάς άγρια μανιτάρια και αληθινά τυριά και ακούς ιστορίες. Για το χθες της· Για την πανάρχαια ιστορία του τόπου που ήταν μέρος του Βασιλείου της Εορδαίας και για την ίδρυση του οικισμού από τους κατοίκους της Μοσχόπολης. Για την τεράστια ακμή του 19ου και του 20ού αιώνα, όταν το βλαχοχώρι πλούτιζε από τους φημισμένους κτηνοτρόφους κι εμπόρους του.
Για το σήμερά της. Για το αντάμωμα του καλοκαιριού, για τις «γιορτές της γης», για το πρότυπο κτηνοτροφικό της κέντρο, για τον νερόμυλο Γιαννιώτη στον ποταμό Μύριχο. Για το μέλλον της. Ξενώνες, ταβέρνες, ωραία ατμόσφαιρα, ωραία σπίτια, ωραία πλατεία. Ωραία βάση, με λίγα λόγια, για εξορμήσεις στα βουνά. Ως και για την αρκούδα ακούς ιστορίες. Εξω στην πλατεία είναι κι αυτή, έτοιμη να κεράσει νερό κρύσταλλο. Σκιάχτηκες; Η βρύση είναι! Η αληθινή θα ξανάρθει την άνοιξη!

Πηγή: http://www.thetravelbook.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
back to top