Ποντοκώμη 5/9/2008
Σύλλογος Περιβάλλοντος
και Ποιότητας Ζωής
Δήμου Δημητρίου Υψηλάντη
Ποντοκώμη, ΤΚ 50200,Κοζάνης
Πληροφορίες: Εμμανουηλίδης Ευάγγελος 6937565794
Προς: Δήμαρχο Δημ.Υψηλάντη κ.Μιχαηλίδη
Κοινοποίηση: Μέλη Δημοτικού Συμβουλίου Δημ.Υψηλάντη
Πρόεδρο Δημοτικού Συμβουλίου
Πρόεδρο Τοπικού Συμβουλίου Ποντοκώμης
Πρόεδρο Τοπικού Συμβουλίου Μαυροδενδρίου
Πρόεδρο Τοπικού Συμβουλίου Σιδερών
Πρόεδρο Τοπικού Συμβουλίου Λιβερών
Θέμα: «Πρόταση λύσης του προβλήματος διάθεσης των βοθρολυμάτων»
Αγαπητέ κύριε Δήμαρχε,
Στο Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου, που διεξήχθη στις 25-08-2008, έγινε αναφορά σε ένα πρόβλημα προσβάλει την ποιότητα ζωής μας και που ταλανίζει όχι μόνο το Δήμο μας, αλλά και πολλούς άλλους Δήμους και χωριά της Ελλάδας που εξυπηρετούνται με βόθρους, τα βοθρολύματα. Είναι ένα πρόβλημα το οποίο δεν πρέπει ούτε να το κρύβουμε, ούτε να σφυρίζουμε αδιάφορα, αλλά αντιθέτως θα πρέπει να αναζητούμε λύσεις κοιτάζοντας το πρόβλημα στην πραγματική διάσταση. Η εικόνα της ανεξέλεγκτης απόθεσης ακατέργαστων βοθρολυμάτων που χρόνια τώρα αντιμετωπίζουμε όλοι όσοι ζούμε σε αυτόν τον τόπο, σίγουρα δεν ταιριάζει σε μια σύγχρονη, ανεπτυγμένη και ευρωπαϊκή κοινωνία και δεν μας τιμά. Εκτός των άλλων δημιουργεί μακροπρόθεσμα προβλήματα στο περιβάλλον, αφού:
α)μολύνονται οι υδάτινοι πόροι και κάποια στιγμή τόσο τα νερά που χρησιμοποιούμε για άρδευση αλλά και για τις καθημερινές μας ανάγκες θα εγκυμονούν κινδύνους για τη δημόσια υγεία και β)η σημερινή απόρριψη των βοθρολυμάτων σε διάφορες περιοχές μειώνει ή/και καταστρέφει τις σοδειές των αγροτών μας, καθώς περιέχει μεγάλες ποσότητες απορρυπαντικών και άλλων χημικών ουσιών οι οποίες μπορεί να αποβούν καταστροφικές για τις καλλιέργειες.
Ένα από τα έργα που θα μπορούσαν να δώσουν λύση σε αυτό το πρόβλημα σίγουρα θα ήταν η κατασκευή βιολογικού καθαρισμού. Σύμφωνα όμως με την 91/271 Οδηγία, όταν ο πληθυσμός ενός οικισμού δεν υπερβαίνει τους 2.000 κατοίκους και δε διαθέτει δίκτυο αποχέτευσης, δεν υποχρεούται στην κατασκευή βιολογικού καθαρισμού. Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ότι το κόστος κατασκευής ενός αποχετευτικού δικτύου είναι τουλάχιστον τριπλάσιο από αυτό του βιολογικού καθαρισμού. Συνεπώς, το πρόβλημα της διάθεσης των βοθρολυμάτων θα εξακολουθεί να υπάρχει για τους μικρούς εκείνους οικισμούς που βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από ένα βιολογικό καθαρισμό, στον οποίο θα μπορούσε το βυτιοφόρο να διαθέσει τα βοθρολύματά τους, αρκεί οι απαιτήσεις αυτών που έχουν βιολογικό καθαρισμό να μην είναι υπερβολικές όσο αναφορά στην χρέωση της απόθεσης των ακατέργαστων βοθρολυμάτων για τους πολίτες του Δήμου μας (το ποσό που ακούγεται είναι 250 € ) και θα μπορούσε να προκύψει μειούμενο, μέσα από συνεννόηση των αρμόδιων φορέων.
Για την αντιμετώπιση του παραπάνω προβλήματος κρίθηκε σκόπιμο να διερευνηθεί αν τα φυσικά συστήματα επεξεργασίας μπορούν να επεξεργαστούν αποτελεσματικά τα βοθρολύματα. Στην περίπτωση αυτή θα σταματήσει η ανεξέλεγκτη διάθεση των βοθρολυμάτων από τους βυτιοφορείς, αφού σε κοντινή απόσταση από τον οκισμό θα μπορούν γρήγορα και ανέξοδα να εκκενώνουν το βυτίο τους. Το πείραμα έγινε στο ερευνητικό πεδίο του ΕΘΙΑΓΕ, στην περιοχή του Γαλλικού ποταμού Θεσσαλονίκης (Σίνδος) κοντά στον υφιστάμενο βιολογικό καθαρισμό, που επεξεργάζεται τα λύματα της πόλης της Θεσσαλονίκης. Οι ερευνητές του ΕΘΙΑΓΕ, που είχαν την ευθύνη λειτουργίας του ερευνητικού αυτού πεδίου ήταν ο Δρ Αριστοτέλης Παπαδόπουλος και ο κ. Φραντζής Παπαδόπουλος του Ινστιτούτου Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης και ο Δρ Γεώργιος Παρισόπουλος του Ινστιτούτου Γεωργικών Μηχανών και Κατασκευών.
Το ερευνητικό πεδίο περιλαμβάνει εγκαταστάσεις φυσικών συστημάτων επεξεργασίας λυμάτων (δεξαμενές σταθεροποίησης και τεχνητούς υγροτόπους) καθώς και πειραματικούς αγρούς επαναχρησιμοποίησης των εκροών τόσο των βιολογικών όσο και των φυσικών συστημάτων, για άρδευση καλλιεργειών. Λειτούργησε από το 1997 για να διερευνήσει, αρχικά, τη δυνατότητα φυσικής επεξεργασίας των αστικών λυμάτων, που μεταφέρονται μέσω αποχετευτικού δικτύου (και όχι από βόθρους μέσω βυτιοφόρων). Τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής, που διήρκεσε επτά έτη (μέχρι το 2004) ήταν θετικά γι’ αυτό και άρχισαν να κατασκευάζονται και στη χώρα μας παρόμοιες μονάδες φυσικής επεξεργασίας αστικών λυμάτων σε οικισμούς που διέθεταν αποχετευτικό δίκτυο. Η λειτουργία των μονάδων αυτών είναι απλή και δεν απαιτεί δαπάνες λειτουργίας ούτε εξειδικευμένο προσωπικό, όπως συμβαίνει με τους βιολογικούς καθαρισμούς. Μετά το 2004, η έρευνα επικεντρώθηκε στη δυνατότητα επεξεργασίας των βοθρολυμάτων. Για τις ανάγκες του νέου πειράματος ένα από τα βυτιοφόρα που εκκένωναν το περιεχόμενό τους στον παρακείμενο βιολογικό άρχισε να αδειάζει στις δεξαμενές σταθεροποίησης. Η ημερήσια ποσότητα διάθεσης βοθρολυμάτων ήταν 50 m3, ποσότητα που ισοδυναμεί με ένα οικισμό 350 περίπου κατοίκων. Το πείραμα διήρκεσε ένα πλήρες έτος (Σεπτέμβριο 2004-Οκτώβριο 2005). Τα αποτελέσματα του πειράματος, που δημοσιεύθηκαν και σε διεθνές επιστημονικό περιοδικό, έδειξαν ότι τα βοθρολύματα είχαν υποστεί μία επαρκή επεξεργασία στις δεξαμενές σταθεροποίησης και πληρούσαν τα κριτήρια της Κοινοτικής Οδηγίας (91/271) για διάθεση σε υδάτινους αποδέκτες.
Το κόστος κατασκευής μίας διάταξης δεξαμενών σταθεροποίησης, όπως αυτής του πειράματος, για ένα τυπικό οικισμό 350-500 περίπου κατοίκων, είναι της τάξεως των 60.000 € ενώ το κόστος λειτουργίας και συντήρησης είναι πρακτικά μηδενικό και δεν απαιτείται, συστηματικά, η απομάκρυνση λάσπης. Για το ακριβές κόστος που θα προκύψει για την περίπτωση του δικού μας Δήμου μπορούμε να ενημερωθούμε από το Ινστιτούτο Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Γεωργική Σχολής. Το ποσό αυτό σίγουρα θα είναι πολύ μικρότερο σε σχέση τόσο με την κατασκευή αποχετεύσεων, όσο και του βιολογικού καθαρισμού και θα μπορούσε να προκύψει από την «εισαγωγή» του εν λόγω έργου στον Τοπικό Πόρο Ανάπτυξης, ενώ ως χώρος για τις δεξαμενές που θα χρειαστούν μπορούν να χρησιμοποιηθούν δημοτικές εκτάσεις ή ακόμη και εγκαταλελειμμένα λατομεία.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της παραπάνω διάταξης είναι τρεις χωμάτινες δεξαμενές, συνδεδεμένες σε σειρά (μία επαμφοτερίζουσα ακολουθούμενη από δύο ωρίμανσης), που η κάθε μία έχει μήκος 60 μ., πλάτος 20 μ., κλίση πρανών 2:1 και βάθος εκσκαφής 2 μ. Οι δεξαμενές είναι επενδυμένες με γεωμεμβράνη τόσο για τη στεγανοποίησή τους όσο και για αποφυγή υδρόβιας και παρόχθιας αυτοφυούς βλάστησης, που πέραν των άλλων προβλημάτων θα συντελούσε και στην ανάπτυξη κουνουπιών.
Η λειτουργία του συστήματος δεν απαιτεί κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, αφού όλες οι διεργασίες είναι φυσικές και βασίζονται στη δράση μικροοργανισμών. Σημαντική παράμετρος επίσης είναι η απουσία δυσάρεστων οσμών λόγω επικράτησης αερόβιων συνθηκών στην επιφανειακή στρώση. Το συμπέρασμα είναι ότι η κατασκευή φυσικών συστημάτων, σε μικρή απόσταση από τους οικισμούς, μπορεί να αποτελέσει μία αξιόπιστη και οικονομική λύση στο πρόβλημα της ανεξέλεγκτης διάθεσης των βοθρολυμάτων. Επίσης, στην περίπτωση που μελλοντικά κατασκευασθεί αποχετευτικό δίκτυο (οπότε καταργούνται οι βόθροι) μπορεί αυτό να συνδεθεί με την προϋπάρχουσα εγκατάσταση των δεξαμενών σταθεροποίησης και το σύστημα να εξακολουθεί να λειτουργεί εξίσου αποτελεσματικά. Μέχρι τότε όμως η διάθεση των βοθρολυμάτων θα γίνεται με σεβασμό στο περιβάλλον.
Περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να πάρετε από το Ινστιτούτο Εδαφολογίας Θεσσαλονίκης της Ελληνικής Γεωργική Σχολής (57001 Θέρμη Θεσσαλονίκης, ΤΘ 60435)
τηλ.: 2310 472160, e-mail: frantzis.ssi@nagref.gr
Το παράδειγμα των δεξαμενών στη Σίνδο Θεσσαλονίκης έχει υιοθετήσει και η Λήμνος οπότε θα μπορούμε να απευθυνθούμε για το αν λειτουργεί ικανοποιητικά το εν λόγω έργο αλλά και να διορθώσουμε λάθη τα οποία μπορεί να μην είχαν προβλεφθεί από την αρχή στην εν λόγω προσπάθεια καταπολέμησης του προβλήματος των βοθρολυμάτων.
Στα πλαίσια των δυνατοτήτων που δίνει ο Κώδικας Δήμων και Κοινοτήτων - άρθρο 215 παράγραφος 3 - στους πολίτες να καταθέτουν προτάσεις για την επίλυση διαφόρων ζητημάτων αρμοδιότητας του δημοτικού ή κοινοτικού συμβουλίου ή του συμβουλίου του τοπικού ή δημοτικού διαμερίσματος, θα θέλαμε η παραπάνω πρόταση να τεθεί σαν θέμα σε επόμενο δημοτικό συμβούλιο, έτσι ώστε να εξεταστεί ως μια λύση για το χρονίζων αυτό πρόβλημα.
Με εκτίμηση
Εμμανουηλίδης Ευάγγελος
Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου 2008
Πρόταση λύσης του προβλήματος διάθεσης των βοθρολυμάτων στο Δήμο Δημ. Υψηλάντη...
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου