Δευτέρα 29 Σεπτεμβρίου 2008

Η επιστροφή του Ρομπέν των Δασών...


Ο Νεντ Κένι, ο επίμονος, αξιοπρεπής επιθεωρητής της αστυνομίας που ακολουθεί τα ίχνη του Μάρτιν Κέιχιλ, αντιλαμβάνεται το σκοπό του και ενοχλείται: «Τι παριστάνεις, βρε κάθαρμα;», του λέει, «τον Ρομπέν των Δασών;». Ο ήρωας της ταινίας του Τζον Μπούρμαν «Ο στρατηγός» είναι και τα δύο: ήρωας και παλιάνθρωπος. Ο Μάρτιν Κέιχιλ, υπαρκτό πρόσωπο, που έπεσε νεκρός, στο Δουβλίνο, το 1994, από τις σφαίρες ενός εκτελεστή του IRA, ήταν, σύμφωνα με την εκδοχή του Βρετανού σκηνοθέτη, ένας σύγχρονος βασιλιάς Αρθούρος με καπιτονέ μπουφάν. Το δικό του Κάμελοτ, ένα «παλάτι» από γκλασαρισμένο βελουτέ χαρτί για ταπετσαρία τοίχου. Λαϊκός ήρωας, μορφή σύνθετη, σκοτεινή και ποτέ εντελώς συμπαθητική. Συμπεριφέρεται έντιμα στη συμμορία του, μοιράζει δίκαια τα κλοπιμαία, δεν παίρνει ναρκωτικά, δεν πίνει, δεν καπνίζει.

Ο 32χρονος Ισπανός Ενρίκ Ντούραν, αυτοαποκαλείται Ρόμπιν Μπανκ, κλέβει (με τραπεζική απάτη) από του πλούσιους και τα δίνει στους φτωχούς. Κι αν όχι, ακριβώς, στους φτωχούς, σε ομάδες ακτιβιστών που είναι ορκισμένοι εχθροί του τραπεζικού συστήματος. «Εκλεψα 492.000 ευρώ από αυτούς που μας κλέβουν πιο πολύ απ’ όλους για να καταδικάσω τις πρακτικές τους και να δημιουργήσω εναλλακτικά κοινωνικά μοντέλα», γράφει ο Ντούραν στο freepress περιοδικό του «Κρίση», το οποίο προτείνει «συνταγές επιβίωσης» για όσους δοκιμάζονται από την οικονομική κρίση που πλήττει (και) την Ισπανία.
Κουκουλοφόροι - αντιεξουσιαστές, αγνώστων λοιπών στοιχείων, εισέβαλαν πριν από λίγους μήνες σε σούπερ μάρκετ των Αθηνών, γέμισαν τα καρότσια με διάφορα είδη και άρχισαν να τα μοιράζουν στους περαστικούς, πετώντας, παράλληλα, φέιγ βολάν με συνθήματα κατά της ακρίβειας... Τους έχουν βαφτίσει «Ρομπέν των Δασών».
Κι αν τα παραδείγματα αυτά θεωρούνται εκτός νόμου, η επικαιρότητα προσφέρει και σύννομες εκδοχές του αρχετυπικού Αγγλου μεσαιωνικού ήρωα. Οπως τον Μοχάμεντ Γιουνούς (Νόμπελ Ειρήνης 2006) ο οποίος κατάφερε να στήσει μια «τράπεζα για τους φτωχούς», παρέχοντας μικρά δάνεια χωρίς εγγυήσεις και βοηθώντας έτσι εκατομμύρια ανθρώπους να ξεφύγουν από την ανέχεια. Αυτή η ανορθόδοξη για το τραπεζικό σύστημα τακτική όχι μόνο δεν οδήγησε τον ίδιο στη χρεοκοπία αλλά τον έφερε επικεφαλής ενός υγιέστατου χρηματοπιστωτικού οργανισμού με μεγάλο δίκτυο παραρτημάτων. Η 69χρονη Μαρίνα Περδικάρη μέσω της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Praksis» αναδιανέμει φάρμακα που περισσεύουν ή ξεμένουν από αλλαγές θεραπείας στους «μη έχοντες»: μετανάστες, απόκληρους, άστεγους... όσους, εν γένει, δεν έχουν εύκολη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας.
Μοναχικές προσπάθειες, που πυκνώνουν. Για κάποιους, αφελείς πρακτικές για άλλους, ένα αποφασιστικό βήμα δικαιοσύνης σε ένα σύστημα συγκεντρωμένο (και εθισμένο) στον πλουτισμό που ενεργοποιείται μόνο όταν καταρρέουν οικονομικοί κολοσσοί. Κινήσεις, κυρίως συμβολικές, που ανακουφίζουν την κοινωνική δυσφορία αλλά όχι τη φτώχεια. Ακόμη και στην περίπτωση του Γιουνούς, που έχει τη μεγαλύτερη εμβέλεια, θαυμάζουμε τον συνδυασμό ευφυΐας και ανθρωπιάς και αξιολογούμε τα αποτελέσματα βάσει της ίδιας της πράξης. Πόσο να περιοριστεί η ανέχεια σε έναν κόσμο που την αναπαράγει με μη ελεγχόμενους ρυθμούς; Οι σύγχρονοι Ρομπέν των Δασών αναλαμβάνουν δράση σε ένα περιβάλλον πολύ διαφορετικό από το δάσος του Σέργουντ ενώ ο Σερίφης του Νότιγχαμ δεν αποτελεί εξαίρεση... Η κοινωνική δικαιοσύνη που οραματίζεται ο Ρόμπιν Χουντ περιγράφεται συχνά και ως αγαθοεργία. Μόνο που η έννοια αυτή σήμερα αν δεν είναι θολή είναι απολύτως αλλοιωμένη.
Ο Αλέξις ντε Τοκβίλ, τον 19ο αιώνα, στο «Μνημόνιο για τη φτώχεια» (εκδ. Πόλις) γράφει: «Υπάρχουν δύο είδη αγαθοεργίας –η πρώτη οδηγεί κάθε άτομο στο να ανακουφίζει, ανάλογα με τις δυνατότητές του, τα δεινά που βρίσκονται στην εμβέλειά του. Είναι τόσο παλιά όσο και ο κόσμος –άρχισε μαζί με τα βάσανα του ανθρώπου– ο χριστιανισμός την ανήγαγε σε θεία αρετή και την ονόμασε ελεημοσύνη. Η άλλη, λιγότερο ενστικτώδης, πιο ορθολογική, λιγότερο ενθουσιώδης και συχνά πιο ισχυρή, οδηγεί την ίδια την κοινωνία στο να ασχολείται με τη δυστυχία των μελών της και να φροντίζει συστηματικά να ανακουφίζει τον πόνο τους. Αυτή γεννήθηκε από τον προτεσταντισμό και αναπτύχθηκε μόνο στις σύγχρονες κοινωνίες».
Στις αρχές του 21ου αιώνα, η κατάσταση είναι εκρηκτική. Καμιά κοινωνία δεν έχει το χρόνο και τη διάθεση να ρίξει «ένα βλέμμα στον εαυτό της, να εξετάζει κάθε μέρα τις πληγές της και να προσπαθεί να τις επουλώσει», όπως λέει ο Τοκβίλ. Θα συμφωνούσαμε μαζί του ότι ενώ στους πλούσιους διασφαλίζεται η απόλαυση των αγαθών τους, στους φτωχούς επιβάλλεται η υπέρμετρη δυστυχία, αν μπορούσαμε να ορίσουμε με την ίδια ευκολία τη «φτώχεια» όσο και τον «πλούτο». Στην Ελλάδα, πολιτικοί αναλυτές επισημαίνουν ήδη πως οι πολιτικές δυνάμεις του τόπου θα όφειλαν να μελετήσουν τη «νέα ταξικότητα της ελληνικής κοινωνίας». Ποιοι ευημερούν, πόσοι πιέζονται ασφυκτικά, πόσοι υποβαθμίζονται καθημερινά, πού ανιχνεύεται (και αν) η μεσαία τάξη, πώς διαφορφώνονται, πού και πώς εκφράζονται οι νέες διαστρωματώσεις. Η πολιτική σκηνή φιλοξενεί δεκαετίες τώρα τους ίδιους πρωταγωνιστές και ενώ ο πληθυσμός εμπλουτίζεται, μετακινείται, αλλάζει σύνθεση, ύφος και ανάγκες, τα πολιτικά κόμματα παραμένουν άκαμπτα και αμετακίνητα. Εξωθεσμικοί παράγοντες και οργανώσεις δραστηριοποιούνται, αναλαμβάνοντας μια ιδιότυπη αναδιανομή του πλούτου με αυτοσχέδιες κοινωνικές παροχές. Θα επιβραδύνουν, άραγε, την επερχόμενη χιονοστιβάδα που ο νεαρός μπλόγκερ εκφράζει χωρίς περιστροφές κάτω από την είδηση «οι αντιεξουσιαστές Ρομπέν των Δασών χτυπούν σε σούπερ μάρκετ του Αγ. Παντελεήμονα»; «Σε λίγα χρόνια δεν θα κλέβουμε για ακτιβισμό αλλά για να ζήσουμε...».
Οι αντιδράσεις είναι, προς το παρόν, μεμονωμένες και δεν συνθέτουν τάση. Η κίνηση μοιάζει μάλλον με ανάδευση. Οσο όμως η φαυλότητα και η αναλγησία αυξάνουν, όσο η δυστυχία και η ανέχεια μεγαλώνουν, τόσο οι πρωτοβουλίες θα αποκτούν ρυθμό, ένταση και σώμα. Η διστακτική επιθυμία εύκολα ματαιώνεται. Η οργή όμως ξεσπάει απρόβλεπτα. Και το κυριότερο, δεν έχει επιστροφή.

Πηγή: Καθημερινή- Μαρία Κατσουνάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
back to top