Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010

Το κέρμα...


Σκέφτομαι καμιά φορά μήπως η αθωότητα είναι ένα κέρμα που γλιστράει ανύποπτα απ’ την τσέπη καθώς αλλάζουμε νούμερο απ’ τα παιδικά στα ενήλικα μας ρούχα. Ή μήπως η ανάγκη της να παραμένει απροσδιόριστη την αναγκάζει να τα μαζεύει και να φεύγει κακήν κακώς, τη στιγμή που το λεξιλόγιο μας αρχίζει και αποτελείται από περισσότερες των χιλίων λέξεις.
Δεν έχω εντοπίσει ποια είναι η ακριβής χρονική στιγμή που υποχωρεί η αθωότητα, σίγουρα όμως από ένα σημείο και μετά παύει να μας ανήκει. Κι αν τυχόν ξεμείνει σε κανέναν, εντοπίζεται σα στίγμα, μετονομάζεται σε αφέλεια, άγνοια, ηλιθιότητα και ξορκίζεται από τον κόσμο που έχει μάθει, έχει ζήσει, έχει δει και ξέρει πια να αναλύει το σύμπαν σε άλλη βάση.
Κι έρχεται μια στιγμή που δε σε συγκινεί τίποτα. Όλα τα ξέρεις. Όλα τα έχεις ξαναβιώσει. Στην πρώτη αποκάλυψη που συντελείται μπρος στα μάτια σου, αναζητάς με σηκωμένο φρύδι τα σχοινιά του αιωρούμενου Μεσσία και την καταπακτή που είναι καταχωνιασμένος ο ξηρός πάγος.
Όταν χάνεις την αθωότητά σου δεν νιώθεις, δεν αισθάνεσαι, αλλά ψάχνεις και υποπτεύεσαι. Δεν εμπιστεύεσαι τις καλές προθέσεις των άλλων, μια και η καλή προαίρεση είναι ένας μύθος λίγο πιο απίστευτος απ’ την αρπαγή της Ευρώπης ή την απόλυτη ευτυχία.
Έχει να κάνει σε μεγάλο βαθμό με το που επικεντρώνεις το βλέμμα σου. Στη σκηνή ή πίσω απ’ την κουίντα. Στην οθόνη ή στον προτζέκτορα. Στα λόγια ή στους ήχους. Έχει να κάνει με το πόσο διαθέσιμος είσαι στην τριβή με τα βιώματά σου, ή πόσο πιστός σ’ αυτό που καταχρηστικά αποκαλείς ολοκληρωτική σου διαμόρφωση (να υπάρχει άραγε τέτοιος τίτλος ευγενείας;)
Κι έρχεται ένα φευγαλέο λεπτό, που οι άμυνές σου ξεκουράζονται, και κάτι απροσδιόριστο, ένας νέος τόνος του φθινοπώρου, ένα παλιό τραγούδι, μια σκηνή σε μια ταινία, ο στίχος ενός ποιήματος, μια κουβέντα, ένα άγγιγμα, ένα απλό βλέμμα σε κάνουν σε μια μικρή στιγμούλα ανυπεράσπιστο πεντάχρονο που χάσκει μπροστά στα θαυμαστά μυστήρια ενός άγνωστου κόσμου.
Κι είναι τότε που νιώθεις ότι η αθωότητα ωριμάζει μ΄αυτόν ακριβώς τον τρόπο: αιωρούμενη πάνω απ’ τους ανθρώπους και τις εμπειρίες τους, πάνω απ’ τον πάγο, πάνω απ’ τη γνώση και την αντίληψη για τον κόσμο.
Κι είναι τότε που κοιτάζεις κάτω και βρίσκεις απρόσμενα εντελώς την αθωότητά σου σαν ένα κέρμα, που έπεσε από κάποιον περαστικό, και τη φυλάς στην τσέπη σου, για γούρι, ως την επόμενη φορά που θα την ξαναχάσεις τυχαία, αλλάζοντας παντελόνι.

Πηγή: http://jirashimosu.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
back to top