Δευτέρα 7 Απριλίου 2008

Παγκόσμια Ημέρα Υγείας: Προστασία από τις κλιματικές αλλαγές...


Η επίδραση των κλιματικών επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία είναι το κεντρικό μήνυμα που επέλεξε να επικοινωνήσει φέτος ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Παράλληλα, πρόσφατες έρευνες υποδεικνύουν ότι οι στοχευμένες δαπάνες μπορούν να βελτιώσουν την κατάσταση

«Προστατεύοντας την υγεία από τις κλιματικές αλλαγές» είναι το φετινό μήνυμα της 7ης Απριλίου, Παγκόσμιας Ημέρας Υγείας. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, λειτουργώντας υπό την αιγίδα του ΟΗΕ που καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την προώθηση του ζητήματος των κλιματικών αλλαγών, ενσωματώνει στη φετινή εκστρατεία του τη συζήτηση για το κλίμα.

Αν τις προηγούμενες χρονιές η συζήτηση στρεφόταν στις αυξανόμενες, σύμφωνα με στοιχεία, δαπάνες των ανεπτυγμένων χωρών για τα συστήματα υγείας, το 2008 η συζήτηση στρέφεται στις κλιματικές μεταβολές που αποδείχθηκαν ικανές να πλήξουν σοβαρά την ανθρώπινη υγεία και δεν κάνουν διακρίσεις σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες.

Πρόσφατες έρευνες που πλαισιώνουν την Παγκόσμια Ημέρα Υγείας τονίζουν τη σημασία των επιλεκτικών δαπανών που και ζωές σώζουν και οικονομικά οφέλη αποφέρουν. Εάν δεν ληφθούν έγκαιρες δράσεις και αν δεν γίνει μακρόπνοος σχεδιασμός, το ζήτημα της ανθρώπινης υγείας ενδεχομένως να γίνει μη αναστρέψιμο.

Το «περιβάλλον» της παγκόσμιας υγείας

Χωρίς αριθμούς και επιχειρήματα η άνωθι θεωρία δεν ευσταθεί. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η συσσώρευση διοξειδίου του άνθρακα είναι κατά 30% μεγαλύτερη σε σχέση με την προ-βιομηχανική εποχή, γεγονός που ευθύνεται για την έκθεση των ανθρώπων σε μεγαλύτερες και πιο επικίνδυνες για την υγεία θερμοκρασίες. Επιπλέον, οι κλιματικές μεταβολές προκαλούν αλλαγή (επιτάχυνση) του κύκλου των μολυσματικών ασθενειών.

Στη δεκαετία του '90 περίπου 600.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους από έντονα καιρικά φαινόμενα, όπως πλημμύρες, ξηρασίες και τυφώνες. Οι μνήμες του τυφώνα Κατρίνα και ο αφανισμός της Νέας Ορλέανης τον Αύγουστο του 2005 λειτουργούν ακόμη σαν παράδειγμα της επίδρασης των κλιματικών αλλαγών στην ασφάλεια της ανθρώπινης υγείας.

Η παρατηρούμενη άνοδος της θαλάσσιας στάθμης, σύμφωνα με δεκάδες έρευνες του ΟΗΕ, έχει αυξήσει κατακόρυφα τον κίνδυνο θανάτου καθώς και τον εκτοπισμό μεγάλων πληθυσμιακών μαζών. Αρκεί να σημειωθεί ότι περισσότερο από το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε ζώνες που απέχουν το πολύ 60 χιλιόμετρα από τις ακτές.

Οι πιο ευαίσθητες περιοχές βρίσκονται, μεταξύ άλλων, στο Δέλτα του Νείλου, στο δέλτα του ιερού Γάγγη στην Ινδία καθώς και σε δεκάδες νησιά στον Ειρηνικό Ωκεανό.

Παράλληλα, εξίσου σημαντική παράμετρος για την ανθρώπινη υγεία - η οποία τελευταία αξιολογείται σημαντικά, τόσο σε διεθνές επίπεδο, όσο και σε εγχώριο - είναι η διαθεσιμότητα αλλά και η ποιότητα του νερού. Σε παγκόσμιο επίπεδο η σπανιότητα του νερού επηρεάζει τέσσερις στους δέκα την ίδια στιγμή που 1,8 εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν εξαιτίας ασθενειών που σχετίζονται με την υγιεινή του νερού.

Η λύση είναι στις επιλεκτικές δαπάνες

Έρευνα που δημοσιεύτηκε λίγες μέρες πριν, με τη παγκόσμια συμμετοχή επιστημόνων και στελεχών της Παγκόσμιας Τράπεζας αποκαλύπτει ότι όταν οι δαπάνες που επιλέγονται για την υγεία είναι στοχευμένες, δύνανται να φέρουν ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Συγκεκριμένα, εάν οι δαπάνες για βελτίωση της διατροφής και της σχετικής ενημέρωσης στις αναπτυσσόμενες χώρες έφταναν τα 1,2 δισ. δολάρια, τότε ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι στην Αφρική και εκατομμύρια στην Ασία θα εξασφάλιζαν ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης και πολλές προϋποθέσεις για σωστή υγεία.

Τα οικονομικά οφέλη, συνεχίζει η έρευνα, θα ισοδυναμούσαν με 15 δισ. δολάρια, μεταφρασμένα σε μακροζωία και παραγωγικότητα των ανθρώπων που θα είχαν την τύχη να μετέχουν ενός τέτοιου σχεδιασμού.

Αναλυτικά:

Από τα 1,2 δισ. δολάρια, ένα ποσό της τάξεως των 347 εκατ. δολαρίων θα έπρεπε να δαπανηθεί στην πρόσθεση σε τροφές θρεπτικών μικροσυστατικών όπως σιδήρου (για την καταπολέμηση της ανεμίας), βιταμίνης Α (για τη βελτίωση της όρασης και του ανοσοποιητικού) καθώς και ιωδίου στο αλάτι (για την αποφυγή θυροειδούς). Το όφελος από τη βελτίωση της υγείας θα ήταν 5 δις. δολάρια

Η εκπαίδευση του πληθυσμού για καλύτερη διατροφή και κυρίως η ενθάρρυνση για θηλασμό των βρεφών θα κόστιζε 798 εκατ. δολάρια και θα απέφερε

ετήσια κέρδη 10 δισ. δολάρια

Τέλος, η δαπάνη 27 εκατ. δολαρίων το χρόνο για την καταπολέμηση και τον αφανισμό εντερικών παρασίτων σε προσχολικής ηλικίας παιδιά, θα έσωσε εκατομμύρια ζωές στις αναπτυσσόμενες χώρες και θα απέφερε ετήσια κέρδη 159 εκατομμυρίων.


ΟΟΣΑ: Άλυτος γρίφος το σύστημα υγείας

Βασική πρόκληση, για τις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ, είναι να βελτιωθούν τα αποτελέσματα του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης με ταυτόχρονο περιορισμό των τρεχουσών και μελλοντικών δαπανών.

Οι περισσότερες χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης έχουν υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια που είχαν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση των δεικτών στον κλάδο της υγείας, χωρίς να φτάσει το ιδανικό.

Επομένως, ένα υγιές σύστημα περίθαλψης θα πρέπει να είναι αποτελεσματικό, αποδοτικό, με το ελάχιστο δυνατό κόστος. Δηλαδή, τα λεφτά που δαπανώνται να είναι ανάλογα των υπηρεσιών που προσφέρει, με ελαχιστοποίηση του κόστους και σωστή κατανομή των πόρων - είτε φυσικών είτε οικονομικών.

Αυτό απαιτεί κατ' αρχήν, την επιλογή των κατάλληλων μέτρων που να λαμβάνει υπόψη την αναλογία δαπανών και αποτελεσματικότητας.

Δεύτερον, η επιβολή θεσμικών μεταρρυθμίσεων είναι πολύ σημαντική για να υπάρξουν τα ζητούμενα αποτελέσματα περίθαλψης. Επίσης, θα πρέπει να εξισορροπηθούν οι διαφορές από χώρα σε χώρα, τόσο από μέρους μεταρρυθμίσεων, όσο εφαρμογής και αποτελεσμάτων.

Ως αποτελέσματα ενός συστήματος υγείας, για παράδειγμα, μπορούν να είναι οι αλλαγές που παρατηρούνται στην κατάσταση υγείας του πληθυσμού μια χώρας. Δηλαδή, το πώς η περίθαλψη έχει επίδραση στο προσδόκιμο ζωής, στο ποσοστό θνησιμότητας των νηπίων και στους θανάτους που προκλήθηκαν λόγω μη αποτελεσματικής και έγκαιρης περίθαλψης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η κατάσταση της υγείας των ανθρώπων έχει βελτιωθεί σημαντικά σε όλες τις χώρες τις τελευταίες δεκαετίες.

Αναλυτικά, το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση έχει αυξηθεί και η θνησιμότητα των νηπίων έχει μειωθεί εντυπωσιακά. Ωστόσο, υπάρχουν αποκλίσεις στοιχείων από χώρα σε χώρα.

Το θετικό είναι πως οι δημόσιες δαπάνες για υγειονομική περίθαλψη έχουν αυξηθεί σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, με τις πλουσιότερες χώρες να ξοδεύουν τα περισσότερα. Το αντιφατικό σε αυτό είναι ότι οι χώρες με τις υψηλότερες δαπάνες δεν έχουν απαραίτητα τα καλύτερα στατιστικά στοιχεία, από πλευράς διάρκειας ζωής ή θνησιμότητα νηπίων.

Ικανοποιητικό το επίπεδο υγείας στην Ελλάδα

Το επίπεδο υγείας του ελληνικού πληθυσμού, όπως εκφράζεται μέσα από τους δείκτες προσδόκιμου επιβίωσης και θνησιμότητας, κρίνεται ικανοποιητικό καθώς κινείται στα επίπεδα των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

Σε αντίθεση με τα δημογραφικά δεδομένα, οι δείκτες νοσηρότητας του ελληνικού πληθυσμού κινούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα. Το ικανοποιητικό επίπεδο δικαιολογείται εν μέρει και από τις μεσογειακές συνθήκες διαβίωσης και διατροφής.

Στον τομέα της υγείας, η Ελλάδα έχει προσπαθήσει να υιοθετήσει κάποιους κοινοτικούς κανόνες και έχει επιδοτηθεί για ευρωπαϊκή σύγκλιση από τα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης. Συγκεκριμένα, σε κάποια προβλήματα έχει σημειωθεί βελτίωση.


Η γήρανση το σπουδαιότερο πρόβλημα

Το σημαντικότερο πρόβλημα από πλευράς δημογραφικών εξελίξεων αλλά και κοινωνικής ασφάλισης, είναι η γήρανση του πληθυσμού. Η χώρα μας, διαπιστώνει έκθεση της Ε.Ε, έως το 2050 και μόνον λόγω της γήρανσης του πληθυσμού της θα αντιμετωπίσει σχεδόν 12% μέση αύξηση δαπανών για συντάξεις και περίθαλψη, ποσοστό διπλάσιο από εκείνο των περισσοτέρων κρατών-μελών.

Το γεγονός αυτό θα μειώσει τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ σε 1,6% ετησίως την περίοδο 2011-2030 και σε μόλις 0,8% ετησίως την περίοδο 2031-2050.

Το ποσοστό ηλικιωμένων (65 ετών και άνω), που ανέρχεται ήδη σε 15,8% του πληθυσμού, είναι μεγαλύτερο από τον αντίστοιχο μέσο όρο 15,5% της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Το ποσοστό του νεαρού πληθυσμού κάτω των 15 ετών (16,6%) είναι ήδη μικρότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου (17,4%), ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ανέρχεται σε 21,5%.

Η Ελλάδα κατατάσσεται ήδη ανάμεσα στις χώρες με τους χαμηλότερους δείκτες γεννητικότητας (μέσος αριθμός τέκνων ανά γυναίκα 1,31) όπως και σε αυτές με τον υψηλότερο ρυθμό μείωσης της γεννητικότητας.

Ειδικότερα, η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο χώρο της υγείας μπορεί συνοπτικά να αποδοθεί με τις παρακάτω διαπιστώσεις:

Στον τομέα των υπηρεσιών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας των αγροτικών και ημιαστικών περιοχών δεν έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές παρεμβάσεις μετά την αρχική ανάπτυξη του δικτύου των Κέντρων Υγείας. Τα κυριότερα προβλήματα που προκύπτουν είναι:

Ανεπαρκής στελέχωση σε ιατρικό προσωπικό (μέσο ποσοστό κάλυψης των οργανικών θέσεων 45%).

Σημαντικές διαπεριφερειακές ανισότητες στη στελέχωση.

Ανεπαρκής επαγγελματική εμπειρία των υπηρετούντων στα περιφερειακά ιατρεία (ανειδίκευτοι ιατροί).

Περιορισμένος βαθμός συντήρησης της ιατρικής υποδομής και ανανέωσης του ιατρικού εξοπλισμού.

«Ράντζα» και νοσηλευτικό προσωπικό

Στο ελληνικό σύστημα υγείας ένα από τα βασικότερα προβλήματα είναι τα ράντζα. Ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται να μην είναι καλύτερη στις άλλες χώρες αφού στις περισσότερες χώρες το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από γύρω στο 4 με 4,5, κοντά δηλαδή με αυτό της Ελλάδας.

Έτσι, τα στοιχεία του ΟΟΣΑ καταγράφουν ότι ανά 1000 άτομα υπάρχουν 3,8 κρεβάτια. Το υψηλότερο ποσοστό είναι 8,5 στην Ιαπωνία και το χαμηλότερο 1 στο Μεξικό. Πάντως, θλιβερή είναι η αναλογία νοσηλευτικού προσωπικού ανά κρεβάτι/ασθενή που αντιστοιχεί στο 1,2. Αμέσως μετά ακολουθούν η Τουρκία και η Πορτογαλία.

Προσδόκιμο ζωής

Η διάρκεια ζωής των Ελλήνων έχει αυξηθεί το διάστημα 1970-2003 κατά 7 χρόνια, όταν ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 8. Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στην Τουρκία κατά 17 χρόνια. Και δεύτερον ότι κατά 4% αυξάνεται η κατά κεφαλήν δαπάνη στην Ελλάδα κάθε χρόνο ενώ ο μέσος όρος του ΟΟΣΑ είναι 5%. Η Πορτογαλία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση κατά 7%.

Δαπάνη

Αναλυτικά, η δημόσια δαπάνη, στην Ελλάδα, για την υγεία την τελευταία δεκαετία κυμαίνεται μεταξύ 5-5,5% του ΑΕΠ (με την ιδιωτική να ανέρχεται σταθερά στο 4,5% του ΑΕΠ).

Η συνολική ιδιωτική δαπάνη υγείας αντιστοιχεί στο 47% περίπου των συνολικών δαπανών υγείας, γεγονός που κατατάσσει την Ελλάδα στην υψηλότερη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ των 15, τη στιγμή που ο μέσος όρος των 15 χωρών είναι μόλις 22,8%. Η απόκλιση αυτή υποδεικνύει τη δυναμική του κλάδου και υπογραμμίζει τα χρόνια προβλήματα λειτουργίας που παρουσιάζει το ΕΣΥ.

Ανθεί ο κλάδος της ιδιωτικής περίθαλψης

Ωστόσο, λόγω έλλειψης ενός καλού συστήματος υγείας, σε συνεχή ανοδική πορεία βρίσκεται ο τομέας παροχής υπηρεσιών υγείας από ιδιωτικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με στοιχεία της Hellas Stat. Τα τελευταία χρόνια, ο κλάδος εμφανίζει μέσο ρυθμό ανάπτυξης ύψους 12,5% ετησίως όπου παίζουν ρόλο μια σειρά από ρυθμιστικούς, τεχνολογικούς, δημογραφικούς αλλά και αμιγώς επιχειρηματικούς παράγοντες. Ειδικότερα:

Η αδυναμία του ΕΣΥ να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των πολιτών, εξαιτίας των ελλείψεων σε υλικοτεχνική υποδομή αλλά και των καταγγελιών των ασθενών που αφορούν στην ανταπόκριση του ανθρώπινου παράγοντα,

Η συνακόλουθη ρύθμιση-απελευθέρωση της αγοράς παροχής υπηρεσιών ανθρώπινης υγείας που έθεσε τους όρους της επιχειρηματικής δραστηριοποίησης

Η διάδοση των ιδιωτικών ασφαλιστήριων συμβολαίων ιατροφαρμακευτικής κάλυψης

Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου

Η γήρανση του πληθυσμού

Η εισαγωγή νέων ιατρικών μεθόδων στην διάγνωση, τη χειρουργική και την περίθαλψη

www.kathimerini.gr με πληροφορίες από ΟECD, WHO, Reuters
Του Χρήστου Σύλλα
syllas@kathimerini.gr

Δυστυχώς οι έχοντες την ευθύνη σχεδιασμού και υλοποίησης της ενεργειακής πολιτικής, φαίνεται ότι αδιαφορούν για το περιβάλλον, την υγεία και την ποιότητα ζωής των κατοίκων του πολύπαθου ενεργειακού λεκανοπεδίου της Δυτικής Μακεδονίας.Η αδιαφορία δεν είναι τωρινή.Έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον. Στο βωμό του κέρδους εργαζόμενοι και κάτοικοι της περιοχής βομβαρδίζονται καθημερινά με το "ευεργετικό" όπως μας δήλωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της (Δ)ΕΗ Α.Ε διοξείδιο του άνθρακα (όπως έγραψα σε προηγούμενο ποστ είναι σαν να έχουμε καθημερινή κίνηση 6.000.000 αυτοκινήτων) αλλά και με αιωρούμενα σωματίδια όλων των μεγεθών ιδίως από τα ορυχεία. Κανείς όμως δεν ενδιαφέρεται να αλλάξει την κατάσταση. Κανείς δεν τα βάζει με το μεγάλο αφεντικό.Όλοι είμαστε υπέρ της ανάπτυξης, την επιδιώκουμε με κάθε πρόσφορο τρόπο χρόνια τώρα για τον τόπο μας. Υπάρχουν τρόποι με τους οποίους η έκταση των παραπάνω φαινομένων περιορίζεται (πχ καταβρέξεις, φίλτρα).Υπάρχουν και τρόποι σίγουροι, όπως οι ανανεώσιμες και εναλλακτικές μορφές ενέργειας, που και φιλικές προς το περιβάλλον και απολύτως ασφαλείς για τη δημόσια υγεία είναι. Δεν υπάρχει όμως βούληση από κανένα...Όλοι κωφεύουν...Αλήθεια τόσα χρόνια γιατί δεν έχει γίνει μια επιδημιολογική μελέτη έτσι ώστε να ξέρουμε αν όλα αυτά μας βλάπτουν; Γιατί δεν έχει γίνει μια μελέτη της τροφικής αλυσίδας στην περιοχή; Πρέπει να βάζουμε διάφορα ζαρζαβατικά στον κήπο μας;
Χαρακτηριστικό της "εκτίμησης" που μας έχουν είναι η μη επαρκή στελέχωση των νοσοκομείων της περιοχής. Μετά κόπων και βασάνων πρόσφατα επαναλειτούργησε η εντατική μονάδα του Μποδοσάκειου νοσοκομείου. Μήπως τελικά αποτελούμε ένα στατιστικό μέγεθος και μόνο; Μας θεωρούν αναλώσιμους ή μου φαίνεται;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

 
back to top